Αφεση αμαρτιών (Kάπου Ιούλης του 2023)
Εφτασε στο μεζεδοπωλείο κατά τις 10 παρά. Ο Βασίλης και η κομπανία του είχαν τελειώσει το ζέσταμα. Ο χώρος εσωτερικά κλιματιζόταν και ήταν υποφερτός. Εξω αδιάφοροι θαμώνες έτρωγαν και έπιναν. Η μουσική ίσα που ακουγόταν. Ξαφνικά ο Βασίλης άρχισε να παίζει το μινόρε του Καπλάνη
Αυτός περίμενε διακριτικά στην έξοδο. Ηθελε να τελειώσει πρώτα η μαγεία απ' το σόλο και μετά να μπει. Στη τελευταία νότα πέρασε το κατώφλι του μαγαζιού και χειροκρότησε δυνατά.
Ο Βασίλης τον καλωσόρισε:
-Καλωσόρισες τρελέ μου φίλε. Μάθαμε, ότι τελικά πάσχεις από μανία καταδίωξης.
-Ναι, ναι αυτό είναι το τελικό πόρισμα της ηγεσίας της οργάνωσης. Εγιναν καλοί ψυχίατροι στα στερνά τους πέρα απ' ολες τις άλλες ειδικότητες που απέκτησαν προσφάτως π.χ. μικροβιολόγοι, λοιμοξιολόγοι κτλ... Που να είχαν σπουδάσει και ιατρική.
-Ναι αλλά σίγουρα σε καταδιώκουν τα βράδια όλες οι υπάρξεις που αδίκησες σε αυτόν τον κόσμο. Και μη μου παριστάνεις εμένα τον ανήξερο. Απάντησε ο Βασίλης.
-Αναντίρρητα Μπιλ, τα βράδια ολοφύρομαι στα σεντόνια για τις ασέλγειες μου όλες. Αλλα τι να κάνω που 'μαι άθεος, και δεν μπορώ να εξομολογηθώ τις αμαρτίες μου, να ξαλαφρώσω. Αν ήμουν καθολικός, ίσως να τη γλίτωνα στο καθαρτήριο. Ας όψεται η μάνα μου, που με βάπτισε ορθόδοξο. Σαν άθεος θα χαθώ στο πυρ της κολάσεως, ούτε τον Αγιο Πέτρο δεν θα συναντήσω, να ζητήσω τη χάρη του. Επειδή, ομως, συγχώρεση δεν θα εξασφαλίσω από κανέναν σε αυτή τη ζωή, προτιμώ τις ψαλμωδίες τις δικές σου και των φίλων σου, να αλαφρύνουν το ψυχικό μου πόνο.
Ειχε πάρει θεατρική πόζα για να εκστομίσει το λογίδριο. Το είχε σκεφτεί καθ' οδόν. Με τόση αϋπνία δεν θα ήταν ιδιαίτερα ευρηματικός. Αφού χαιρέτησε με ευγενική υπόκλιση τα μέλη του συγκροτήματος, κάθισε σε ένα ξύλινο πάγκο που άγγιζε ολο τον τοίχο πίσω από τον φίλο του και παρήγγειλε. Κοίταζε προσεκτικά τη σάλα του χώρου, τα λαϊκά πορτραίτα στους τοίχους, τη πέτρινη διακόσμηση, τα απλά χρώματα. Ηταν όλα ωραία. Και από το φόντο άρχισε να εξετάζει προσεκτικά τους θαμώνες. Περιέργως το μαγαζί ήταν γεμάτο γυναίκες.
Ξάφνου ήχησε το αγαπημένο του τραγούδι του Παπαϊωάννου, "Μη μου λες γιατί ξεχνάω"
Όταν σου 'λεγα με πόνο
"Χάνομαι για σένα λιώνω"
Έριχνες τα μάτια σου μικρή μου χαμηλά
Κοίταζες να πάρεις κάποιου άλλου τα φιλιά
Έριχνες τα μάτια σου μικρή μου χαμηλά
Κοίταζες να πάρεις κάποιου άλλου τα φιλιά
Ειχε καταφτάσει ο πρώτος μεζές και το μισοκιλο το είχε αδειάσει. Ο Σαλβαδόρ ακόμη άφαντος. Κοίταξε το ρολόι του 11 παρά. Δεν τον ένοιαζε, η κατάνοιξη του κρασιού και της μουσικής του έκανε την καλύτερη παρέα. Κοίταγε το Βασίλη. Ειχε μεγαλώσει κι αυτός. Τον ήξερα πάνω από 20 χρόνια. Σκεφτόταν πως μια γενιά -η γενιά του- χάθηκε απ' τους δρόμους. Ο Βασίλης κι άλλοι συνέχιζαν. Κι αυτός αν και πλέον ανένταχτος μετά από 19 χρόνια ένταξης. Είχε πάρει το βάπτισμα του πυρός στα μαθητικά του χρόνια στις καταλήψεις για το νόμο Αρσένη. Το επόμενο μεγάλο ραντεβού με την κινηματική τους ιστορία ήταν στα φοιτητικά. Ανήκαν όλοι στη γενιά των μεγάλων καταλήψεων του 06 και του 07. Διακτινισμένοι σε διαφορετικές πόλεις, συναντιόνταν κάθε δεύτερη Πέμπτη στα λουλουδάδικα, στο ραντεβού με τους ταραξίες που έλεγε και το παιδοβούβαλο της Ραφήνας. Εποχές ελπίδας, ανάτασης, οραμάτων μετά από μερικά χρόνια παρακμής, σαν αυτήν που βίωνε τώρα έντονα. Ο Βασίλης δεν ήταν ο μόνος που έπαιζε μπουζούκι. Ηταν δεκάδες εκείνης της γενιάς που στα φοιτητικά τους χρόνια δέθηκαν με το ρεμπέτικο και τώρα έπαιζαν σε μαγαζιά τη Αθήνας, στο κέντρο και τις συνοικίες για το μεροκάματο. Παραδόξως, σχεδόν όλοι ήταν αριστερά παιδιά και όλοι πρώην καταληψίες.
Δώδεκα παρά εμφανίστηκε ο Σαλβαδόρ. Τον σκούντηξε, ήταν απορροφημένος.
-Γεια σου μονίμως αργοπορημένε. Σίμωσε δίπλα μου, να παραγγείλω κι άλλον οίνο.
-Θα σιμώσω, θα σιμώσω, αν και το ριζικό σου το ξέρω και φαίνεται στα μάτια σου. Σήμερα σε βλέπω ακμαίο και όχι πεσμένο.
-Καλά είμαι μωρέ. Με 4 ώρες ύπνο. Αλλα δεν γαμιέται, Παρασκευή σήμερα. Αύριο δεν έχει δουλειά.
-Φρόντισε μην πιεις πολύ και χάσεις το ζύγι στη παραφορά την νυχτερινή. Αν μεθύσεις απλώς σβήνεις, δεν έχεις κέφι
.

Τότε η φωνή της τραγουδίστριας κατέκλυσε τη σάλα. Ο Σαλβαδόρ ενθουσιάστηκε.
"Το παλικάρι στη γωνιά Χατζηχρήστο μια ζεϊμπεκιά γουστάρει
απ’ το γλυκό μπουζούκι σου φίλε παραπονιάρη
Ρίξε γιαβάσικες πενιές Χατζηχρήστο κι ένα γλυκό ντουζένι
για να σ’ ακούσει μια ψυχή που σε καταλαβαίνει"
Αντικριστά απ' τον Σαλβαδόρ, στο διπλανό τραπέζι καθόταν μια ξανθομαλλούσα. Βρήκε ευκαιρία και της έπιασε την κουβέντα. Ο Σαλβαδόρ δεν μασούσε σε αυτά. Απ' τη πιο απλή χαριτωμενιά μέχρι τη μεγαλύτερη κοινοτοπία. Κάτι θα σκαρφιζόταν να εξωθήσει αυτή που φλέρταρε σε ένα χαμόγελο. Το γέλιο ήταν η υπόσχεση για τη συνέχεια. Δεν ήταν καθόλου αγενής, ούτε υποτιμητικός. Σπάνια ειρωνευόταν.
Αυτός, όμως, δεν είχε κέφι τώρα για φλερτάρισμα. Αλλωστε, ακόμη σκεφτόταν την πρώην του παρότι ειχαν χωρίσει εδώ και τρεις μήνες. Που και που την πετύχαινε τυχαία σε κάποιο μαγαζί στα Εξάρχεια ή στο δρόμο. Δεν του μιλούσε καθόλου. Ούτε ενα γεια. Κι αυτό τον πλήγωνε βαθιά. Ηταν μικρότερή του 10 χρόνια. Ειχε παρατηρήσει οτι σε αυτές τις ηλικίες οι σχέσεις σβήνουν με φορμάτ. Οι μνήμες απλώς χάνονται και πάμε στον επόμενο. Σημεία των καιρών και του φου-μπου. Μπλοκ και πάρτον κάτω.
Λες και ήταν συνεννοημένος ο Βασίλης με τη σκέψη του άρχισε να παίζει Μπαγιαντέρα:
"Σαν μαγεμένο το μυαλό μου φτερουγίζει
η κάθε σκέψη μου κοντά σου τριγυρίζει
δεν ησυχάζω και στον ύπνο που κοιμάμαι
εσένα πάντα αρχοντοπούλα μου θυμάμαι"
"
Finally, η ώρα είχε πάει περασμένες μιάμιση. Αυτός είχε πιει δυο κιλά κρασί. Δεν είχε μεθύσει, αλλά δεν ήταν και στα καλύτερά του. Ο Βασίλης κάθισε στο πλάι του.
-Δε μου λες ρε μαλάκα, έχεις αποτρελαθεί εντελώς; Κάθεσαι και πλακώνεσαι με τον κάθε παρακμιακό ρωσόδουλο; Οι άνθρωποι έχουν σαλτάρει.
-Μωρέ, την έχουν πατήσει διάφοροι μη νομίζεις, άνθρωποι καλοπροαίρετοι. Κάποιοι σαν τον πρώην Επαμίτη έχουν κάνει ζημιά.
-Πόσοι να ναι αυτοί μωρέ;
Κι αυτός άρχισε να λέει με έπαρση, αναζωπυρωμένη από το κρασί που έρεε στις φλέβες του.
-Μωρέ είναι. Εδώ δεν εχουν καταλάβει καν ότι η Ρωσία είναι 5η δύναμη στη βιομηχανική παραγωγή διεθνώς. Παρασύρονται από τα δημοσιογραφάκια της Δύσης, και θαρρούν ότι η Ρωσία ειναι Παναμάς. Δεν είναι σε θέση να καταλάβουν καν τη δύναμη της στρατιωτικής ισχύος και της στρατιωτικής της παραγωγής. Δεύτερη στον κόσμο.Είναι τόσο πανάσχετοι που αποτιμούν την παραγωγή της Ρωσίας σε δολάρια σύμφωνα με τη συναλλαγματική ισοτιμία δολαρίου-ρουβλιού, όταν το βασικό εξαγώγιμο εμπόρευμα της Ρωσίας είναι το πετρέλαιο που πουλιέται σε δολάρια. Αυτοί μέχρι πρόσφατα δεν ήξεραν καν τι σημαίνει πετροδολάριο.
Αμ' το άλλο που το πας, 1/6 του εδάφους αυτού του πλανήτη ελέγχει ο Πούτιν μαζί με τις σφαίρες επιρροής της Ρωσίας και σου λένε δεν υπάρχει...ρωσικός ιμπεριαλισμός. Κατα τα άλλα, η Ρωσία... αμύνεται. Το πιο αστείο βέβαια είναι αυτό που ανήγγειλε τις προάλλες η Ισκρα του Πιλάφα, ότι "επίκειται άμεσα η ανακήρυξη πολέμου της Ρωσίας στην Ουκρανία"...καλά ρε χαϊβάνια τότε τι κάνει μέχρι σήμερα η Ρωσία στην Ουκρανία;
-"Ειδική στρατιωτική επιχείρηση αντιφασιστικής κάθαρσης"
Και σκάσανε και οι δυο στα γέλια.
Τότε στη κουβέντα χώθηκε ένας θαμώνας πουτινικός.
-Ξέρουμε, ξέρουμε οι ΗΠΑ μάχονται για τα δικαιώματα των ουκρανών. Πάντα με τη σωστή πλευρά της ιστορίας.
Αυτός άδραξε την ευκαιρία να ποζάρει.
-Αδελφέ μου δώσε βάση στην ιστορία που θα σου πω. Ακουσέ με προσοχή. Πριν πολλά πολλά χρόνια, θα ήταν το 1915 ή το 1916, θα σε γελάσω, κάπου εκεί τελοσπάντων, ένας βρετανός στρατιώτης ρωτούσε τον φίλο του γιατί πολεμάνε στα χαρακώματα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Κι αυτός του απάντησε:
"Πολεμάμε ενάντια στην προκλητική επέκταση του γερμανικού ιμπεριαλισμού που θέλει να χτίσει νέα εργοστάσια και να εξασφαλίσει πρώτες ύλες από το Βέλγιο και την Αφρική κόντρα στα συμφέροντα της φιλειρηνικής μας πατρίδας και του φιλειρηνικού, προοδευτικού κόσμου".
Εκείνος του απάντησε: "Μα αγαπητέ μου φίλε, η φιλειρηνική μας πατρίδα εκτείνεται σε μια έκταση στον πλανήτη γη, που ελάχιστοι γνωρίζουν πόσες φορές δύει ο ήλιος στο ίδιο εικοσιτετράωρο. Μήπως παραμεγαλώσαμε και δεν το έχουμε συνειδητοποιήσει;".
-Ενας στους δυο βρετανους στα χαρακώματα εκείνη την εποχή πίστευε σίγουρα ότι βρισκόταν στην σωστή πλευρά της ιστορίας. Το ίδιο συνέβαινε και με τους "θιγμένους" ιστορικά γερμανούς. Ποιος λες να είχε δίκιο φίλε μου; Κανείς. Μια αυτοκρατορία κατέρρεε και μια άλλη ανερχόταν. Η πρώτη δεν ήθελε να χάσει τη λεία της, η άλλη ήθελε να διεκδικήσει μεγαλύτερο μερίδιο και έτσι ο πλανήτη οδηγήθηκε σε μακέλεμα μεγάλης κλίμακας όπου κάτι εκατομμύρια οδηγήθηκαν σαν ποίμνια σε σφαγή. Και τώρα εσύ μετά από την πείρα αυτού του γεγονότος έρχεσαι και μας λες ότι ο ανερχόμενος ληστής ρώσος είναι προτιμότερος από τον κατερχόμενο ληστή αμερικανό, αντί να σκεφτείς την πιο απλή αλήθεια, ότι προτιμότερο είναι να μην έχουμε κανένα ξένο νταβατζή στο κεφάλι μας. Γιατί αν φταίει κάτι για την κακοδαιμονία αυτού του τόπου και του λαού μας, είναι η υποταγή στις ξένες μεγάλες δυνάμεις. Διάολε τα Ματωμένα Χώματα δεν τα έχεις διαβάσει;"
Η ξανθομαλλούσα είχε φύγει απ' το μαγαζί. Ο Σαλβαδόρ άπραγος χώθηκε στην κουβέντα:
-Δηλαδή εσύ θες να μας πεις ότι η Ρωσία δεν εισέβαλε στην Ουκρανία για να ικανοποιήσει τα ιμπεριαλιστικά της συμφέροντα;
Ο πουτινικός δίσταζε να απαντήσει.
-Ξέρω αμύνεται δια της επίθεσης. Κάθε ληστής στο διεθνές στερέωμα πάντα δικαιώνει τις πράξεις του, μεταθέτοντας την ευθύνη για τη ληστρική του επίθεση στους "αλλογενείς" υπονομευτές.
-Στην υγειά σου λενινιστή Σαλβαδόρ, φώναξε ο αντιήρωάς μας. Σηκώθηκε όρθιος και ζήτησε από τον Βασίλη να παίξει μια τελευταία ζεμπεκιά, χάρισμα στο φίλο του. Ο Βασίλης δίσταζε. Αυτός γούρλωσε τα μάτια δολοφονικά. Μάλλον η τελευταία γουλιά που είχε πιει είχε μετατρέψει την ποσοτική μέθη σε ποιοτικό ατόπημα.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου