Τροτσκιστής Βαλεντίν Όλμπεργκ συνεργάτης των ΝΑΖΙ και τροτσκιστής ηγέτης των συνωμοτών στην ΕΣΣΔ Ιβάν Σμιρνόφ - Δυο όψεις της διπροσωπίας και της εσχάτης προδοσίας

Αριστερά ο απεσταλμένος του Τρότσκι στην ΕΣΣΔ, Βαλεντίν Όλμπεργκ, που πιάστηκε με διαβατήριο Ονδούρας που προμηθεύτηκε από τους ΝΑΖΙ. Δεξιά ο ηγέτης του παράνομου-συνωμοτικού μπλοκ των τροτσκιστών Ιβάν Σμιρνόφ. Οι φωτογραφίες τους είναι στο πλαίσιο της δίωξης.

Ξεκινάμε με την εκμυστήρευση του ηγέτη των τροτσκιστικών συνωμοτών στην ΕΣΣΔ Ιβάν Σμιρνόφ στην κόρη του πριν την εκτέλεσή του, σύμφωνα με τα σοβιετικά αρχεία που αποχαρακτηρίστηκαν σχετικά πρόσφατα. Οι επισημάνσεις παρακάτω παντού δικές μας. Τα λόγια αυτά καταγράφηκαν από τα αρμόδια αστυνομικά όργανα που παρακολουθούσαν τον Σμιρνόφ (αρχείο RGASPI 671/1/185, σελ. 20–24):

«Θέλω να εξαλείψεις από το μυαλό σου τα υπολείμματα του τροτσκισμού και να συνεχίσεις με τη γραμμή του κόμματος. Αυτό ήταν και το τελευταίο μου μήνυμα προς όλους τους ταλαντευόμενους τροτσκιστές: πρέπει να αφοπλιστούμε αποφασιστικά και γρήγορα.

Εσύ πρέπει να αφοπλιστείς μέσα στις επόμενες ημέρες. Να θυμάσαι: τα στελέχη της Γκεστάπο που αναφέρθηκαν στη δίκη δεν ήταν φανταστικές φιγούρες· ήταν απολύτως πραγματικοί και έξυπνοι φασίστες. Είτε το θέλει ο Τρότσκι είτε όχι, η περιφέρειά του έχει μπλεχτεί με τη Γκεστάπο.

Σε ένα από τα άρθρα του Bulletin of the Opposition (σ.σ.: βασική έκδοση των τροτσκιστών στο Παρίσι), έγραψε πράγματι: "Ο ΣΤΑΛΙΝ πρέπει να απομακρυνθεί." Τι σημαίνει αυτό; Στον Γκόλτσμαν έδωσε πράγματι εντολές για μένα, σχετικά με την τρομοκρατική επίθεση.

Έχουμε φτάσει σε αδιέξοδο — και η νεολαία μας πρέπει να βγει από αυτό όσο πιο γρήγορα γίνεται.»

Ανάμεσα στα ναζιστικά στελέχη στα οποία αναφέρεται ο Ιβάν Σμιρνόφ, φιγουράρει ο συγκατηγορούμενός του Βαλεντίν Όλμπεργκ, απεσταλμένος του Τρότσκι στην ΕΣΣΔ. Σε αυτή τη δημοσίευση παρουσιάζουμε τα πρόσφατα ντοκουμέντα (σοβιετικά αρχεία της ανάκρισης) για τη διασύνδεση του απεσταλμένου του Τρότσκι στην ΕΣΣΔ, Βαλεντίν Όλμπεργκ με τους ΝΑΖΙ, όπως αυτά αποτυπώνονται στην πρόσφατη έρευνα του αμερικανού αστού ιστορικού William Chase, δημοσιευμένη το 2024. [Chase, W. J. (2024). Chapter 6. Wrestling with Aspects of Interwar Stalinism. In J. Arch Getty & L. H. Siegelbaum (Eds.), Reflections on Stalinism (pp. 100–116). Cornell University Press. https://doi.org/10.1515/9781501775574-008]

Όπως αποδεικνύεται πλέον πέραν πάσης αμφιβολίας στα σοβιετικά αρχεία, ο Όλμπεργκ πιάστηκε τυχαία στο Γκόρκι, μια πόλη περίπου 400 χιλιόμετρα ανατολικά της Μόσχας, το 1936, από ομάδα της ΝΚVD που αναζητούσε νωρίτερα δίκτυο συνωμοτών τροτσκιστών διευρυμένο στην Ουκρανία. Η σύλληψη του Όλμπεργκ είναι το κομβικό σημείο για την έναρξη της έρευνας στο πλαίσιο της δίωξης που κατέληξε στην Πρώτη Δίκης της Μόσχας για την υπόθεση του τροτσκιστοζηνοβιεφικού τρομοκρατικού κέντρου. Παρότι η χρονική συσχέτιση της σύλληψης Όλμπεργκ με την έναρξη της διαδικασίας έχει ήδη καταγραφεί από το 1999 στη ξένη δυτική βιβλιογραφία, για πολύ συγκεκριμένους λόγους, που άπτονται της κλασικής δαιμονοποίησης της σοβιετικής εξουσίας, η αιτιώδης σχέση σύλληψης και έναρξης δίκης έχει υποτιμηθεί. Παραδόξως, ποτέ δεν υποτιμήθηκε από τον ίδιο τον Τρότσκι.

Διαβάζουμε από το βιβλίο των αστών ιστορικών Άρτσιμπαλτ Γκέτυ και Ολεγκ Ναούμοβ  στη σελ. 247)[John Arch Getty, Oleg V. Naumov, The Road to Terror: Stalin and the Self-Destruction of the Bolsheviks, 1932–1939, Yale University Press, 1999]:

«Στις πρώτες ημέρες του 1936, ένας Βαλεντίν Όλμπεργκ, πρώην συνεργάτης του Τρότσκι, συνελήφθη από την NKVD στην πόλη Γκόρκι, προφανώς σε σχέση με ένα ύποπτο ιστορικό ταξιδιών στο εξωτερικό. Κατά την ανάκριση, παραδέχθηκε ότι ήταν ένας “απεσταλμένος” του Τρότσκι, ο οποίος μετέφερε ειδήσεις στον εξόριστο ηγέτη και επέστρεφε στην ΕΣΣΔ με “οδηγίες” από αυτόν. Αυτές οι “πληροφορίες”, μαζί με διάσπαρτες αναφορές από πληροφοριοδότες της NKVD για άλλους αγγελιοφόρους, διαβιβάστηκαν στον Στάλιν στην Κεντρική Επιτροπή. Ο Στάλιν είχε αποφασίσει να ξανανοίξει την έρευνα για την υπόθεση Κίροφ. Σύμφωνα με μεταγενέστερη αφήγηση του Γιέζοφ,

“Ο Στάλιν, διαισθανόμενος σωστά ότι κάτι δεν πήγαινε καλά σε όλα αυτά, έδωσε εντολή να συνεχιστούν οι [ανακρίσεις] και, ειδικότερα, να σταλθώ εγώ από την Κεντρική Επιτροπή για να επιβλέψω την έρευνα”».

Διαβάζουμε από συνέντευξη του Τρότσκι τον Σεπτέμβρη του 1936, μετά την ολοκλήρωση της Πρώτης Δίκης της Μόσχας όπου ρητά θεωρεί ότι ο Όλμπεργκ είναι βάση της κατηγορίας (https://www.marxists.org/.../trotsky/1936/09/moscowtrial.htm):      

«Μεταξύ των εγγράφων μου, βρήκα τα ακόλουθα γεγονότα. Το 1930, κάποιος Όλμπεργκ προσπάθησε να έρθει σε μένα ως γραμματέας μου. Ο τότε εκδότης της «Die Aktion», Franz Pfempfert, σε μια επιστολή της 1ης Απριλίου 1930, με προειδοποίησε με τον πιο έντονο τρόπο εναντίον του Olberg, ότι πρόκειται για έναν ύποπτο τύπο, που πιθανότατα ήταν πράκτορας της G.P.U. Δεδομένου ότι ο Όλμπεργκ φαίνεται να είναι η βάση της όλης κατηγορίας, ευχαρίστως θα έδινα στον Τύπο υλικό που τον χαρακτηρίζει. Είναι απλώς ανόητο να ισχυρίζονται ότι θα είχα δώσει οποιεσδήποτε προμήθειες τρομοκρατικής φύσης σε έναν άνθρωπο που εγώ ο ίδιος δεν γνωρίζω και εναντίον του οποίου με προειδοποίησε ένας καλός φίλος

Ο Τρότσκι συνειδητά ψευδόταν. Πλέον η αλληλογραφία του Τρότσκι με τον Όλμπεργκ έχει δημοσιευτεί. Ο Όλμπεργκ ήταν συνεργάτης και φίλος του Τρότσκι. Το δεύτερο ψέμα του Τρότσκι, το οποίο έσπευσαν να υιοθετήσουν άπαντες αστοί ιστορικοί είναι ότι ο Όλμπεργκ μάλλον ήταν πράκτορας της ΝΚVD…που αυτοθυσιάστηκε. Με αυτές τις συνωμοσιολογικές αρλούμπες φλερτάρει μέχρι σήμερα η πλειοψηφία των αστών ιστορικών. Ο αστός ιστορικός William Chase το 2024 τις καταρρίπτει. Και μάλιστα πάει ένα βήμα παραπέρα:

«Το 1932, ο σύντροφος του Σμιρνόφ, Γκόλτσμαν, επισκέφθηκε επίσης τον Σέντοφ, από τον οποίο έλαβε την έγκριση του Τρότσκι για να σχηματίσει ένα «μπλοκ» με άλλους αντιπολιτευόμενους, περιλαμβανομένων των Ζηνοβιεφικών, και να χρησιμοποιήσουν διάφορες μεθόδους, συμπεριλαμβανομένων και τρομοκρατικών, για την απομάκρυνση του Στάλιν. Ο Σέντοφ ενεργούσε ως εντολοδόχος του Τρότσκι· αυτό επέτρεπε στον πατέρα του να διατηρεί την πιθανή άρνηση ευθύνης σε περίπτωση κατηγορίας.»

 

Θυμίζουμε εδώ ότι αντίστοιχη διαδεδομένη συνωμοσιολογική αρλούμπα είναι ότι ο Στάλιν δολοφόνησε ο ίδιος τον Κίροφ, προκειμένου να εξαπολύσει κυνήγι στις «αθώες περιστέρες» της αντιπολίτευσης. Παραθέτουμε μια επιστολή του Τρότσκι στον Όλμπεργκ τον Μάρτιο του 1930 για να θαυμάσουμε το μέγεθος της διπροσωπίας και της καλπιάς του ταλαντούχου ψεύτη κυρίου Λέοντος Τρότσκι https://wikirouge.net/texts/en/Letter_to_Valentin_Olberg,_March_24,_1930

):

«Αγαπητέ σύντροφε, συνημμένα σας στέλνω ένα αντίγραφο της ανοιχτής επιστολής μου προς τα μέλη του Σοβιετικού Κομμουνιστικού Κόμματος. Η επιστολή ήταν λίγο-πολύ συγχρονισμένη για να συμπέσει με το επερχόμενο 16ο Συνέδριο (αν το συγκαλέσει καθόλου ο Στάλιν). Σε αυτή την επιστολή προσπάθησα να απαντήσω σε μια συμπυκνωμένη μορφή στα πιο κρίσιμα ερωτήματα στη ζωή του Κομμουνιστικού Κόμματος και της Κομιτέρν.

Ενδιαφέρομαι εξαιρετικά να προωθήσω αυτήν την επιστολή στη Σοβιετική Δημοκρατία και επίσης στις γειτονικές χώρες —Λεττονία, Εσθονία κ.λπ.— το συντομότερο δυνατό. Την ίδια στιγμή που στέλνω αυτό, στέλνω από ένα αντίγραφο στον Grylewicz και τον Mueller. Ένα αντίγραφο θα είναι αρκετό για τη μετάφραση στα γερμανικά. Δύο άλλα αντίγραφα θα πρέπει να αποσταλούν αμέσως με το αίτημα να αντιγραφούν και να διανεμηθούν. Εάν έχετε διευθύνσεις στις οποίες μπορούν να σταλούν πολλά αντίγραφα, αντίγραφα της επιστολής θα μπορούσαν να γίνουν στο Βερολίνο. Θα κάλυπτα φυσικά τα απαραίτητα έξοδα. Το πιο σημαντικό είναι να μην χάσουμε χρόνο, αλλά να δράσουμε γρήγορα και να προσπαθήσουμε με κάθε διαθέσιμο μέσο να επισπεύσουμε το πέρασμα της επιστολής στην ΕΣΣΔ.

Έχετε τη Διαρκή Επανάσταση μου στα Ρωσικά; Βγήκε πριν από περίπου δύο εβδομάδες. [...] Σου σφίγγω το χέρι και σου εύχομαι τα καλύτερα. [...]

«

 

Στη Πρώτη Δίκη της Μόσχας (Αύγουστος του 1936) στο εδώλιο κάθισαν -ανάμεσα σε άλλους- οι Ζηνόβιεφ, Κάμενεφ και ο ηγέτης της συνωμοτικής οργάνωσης των τροτσκιστών Ιβάν Σμιρνόφ. Ο Σμιρνόφ ήταν ο ηγέτης του παράνομου συνωμοτικού τροτσκιστικού κέντρου. Ο Σμιρνόφ είχε κατ’ εντολή του αρχηγού του Τρότσκι επενδύσει στη διπροσωπία. Εντάχθηκε στο κόμμα ξανά αφού καταδίκασε τον Τρότσκι δημόσια, αλλά στο παρασκήνιο συνέχιζε την υπονομευτική δουλειά, ακολουθώντας εντολές του Τρότσκι. Μετά τη σύλληψη του Όλμπεργκ ο Στάλιν έκρινε ότι το ανακριτικό έργο για τη διασύνδεση των συνωμοτικών φραξιών είχε καθυστερήσει 4 χρόνια, από τότε δηλαδή που ο Ζηνόβιεφ είχε πιαστεί επ’ αυτοφώρω να έχει την πλατφόρμα «ανατροπής της δικτατορίας του Στάλιν» που διέδιδαν οι μαθητές του Μπουχάριν με επικεφαλής τον Ριούτιν στο σπίτι του, χωρίς να ενημερώσει την ΝKVD ή την Κεντρική Επιτροπή.

Αυτή την κρίση του Στάλιν για την τετράχρονο καθυστέρηση της έρευνας την ανέφερε στο περίφημο λόγο του στο Εικοστό Συνέδριο του ΚΚΣΕ (1956) ο Χρουστσόφ, προκειμένου -υποτίθεται- να αποδείξει ότι μετά το θάνατο του Κίροφ (1934), ο Στάλιν βρήκε την αφορμή να θέσει την «αντιπολίτευση» στο εκτελεστικό απόσπασμα. Στην πραγματικότητα, ο Στάλιν, μεθοδικά ξετρύπωσε τους συνωμότες και μετά την αποκάλυψή ότι η συνωμοσία απλωνόταν στα ανώτατα κλιμάκια του κόκκινου στρατού, αποφάσισε να ξεκινήσει τις πραγματικές εκκαθαρίσεις του ανώτατου διοικητικού μηχανισμού από τους διπρόσωπους πεμπτοφαλαγγίτες. Θα αναφερθούμε αναλυτικά σε αυτά τα γεγονότα σε επόμενη δημοσίευση.

Παραθέτουμε απόσπασμα από τον μυστικό λόγο του Χρουστσόφ στο Εικοστό Συνέδριο:

«Οι μαζικές διώξεις αυξήθηκαν δραματικά από τα τέλη του 1936, έπειτα από ένα τηλεγράφημα του Στάλιν και του Ζντάνοφ, με ημερομηνία 25 Σεπτεμβρίου 1936 από το Σότσι, το οποίο απευθυνόταν στον Καγκάνοβιτς, τον Μόλοτοφ και άλλα μέλη του Πολιτικού Γραφείου. Το περιεχόμενο του τηλεγραφήματος ήταν το εξής:

«Θεωρούμε απολύτως αναγκαίο και επείγον να διοριστεί ο σύντροφος Γιεζόφ στη θέση του Λαϊκού Επιτρόπου Εσωτερικών Υποθέσεων. Ο Γιάγκοντα έχει αποδειχθεί οριστικά ανίκανος να ξεσκεπάσει το μπλοκ των Τροτσκιστών-Ζηνόβιεφ. Η OGPU είναι τέσσερα χρόνια πίσω σε αυτό το ζήτημα. Αυτό το αναγνωρίζουν όλοι οι κομματικοί εργάτες και η πλειοψηφία των εκπροσώπων της NKVD

Ο Χρουστσόφ ψευδόταν. Ο Στάλιν απλώς κατανόησε βαθμιαία μετά τη σύλληψη Όλμπεργκ και την Πρώτη Δίκη της Μόσχας ότι η ΝΚVD με επικεφαλής τον Γιάγκοντα κοιμόταν τον ύπνο του δικαίου και αργότερα συνειδητοποίησε ότι ο Γιάγκοντα ήταν ύποπτος για κωλυσιεργία της ανάκρισης, ειδικά όταν ξεκαθαρίστηκε ότι ήταν στέλεχος της δεξιάς φράξιας του Μπουχάριν από το 1928 και είχε κρύψει τη διπροσωπία του για να σκαρφαλώσει στην ηγεσία της NKVD. Πλέον γνωρίζουμε πολύ καλά ότι ο Γιάγκοντα συμβούλευε τον Στάλιν ότι ο Ζηνόβιεφ ΔΕΝ ήταν συνδεδεμένος με τον Τρότσκι και ήρθε σε σύγκρουση με τον Στάλιν.

Διαβάζουμε από το βιβλίο των Γκέτυ-Ναούμοβ (ό.π, σελ. 248)

«Μεταγενέστερες κατηγορίες το 1937 υποστήριξαν ότι κατά την “εποπτεία” της έρευνας από τον Γιέζοφ το 1936, ο Γιάγκοντα και ο αναπληρωτής του, Γ. Α. Μολτσανόφ, είχαν υποβαθμίσει τη σημασία της σύνδεσης Τρότσκι–Ζηνόβιεφ και είχαν προσπαθήσει να αποπροσανατολίσουν ή να περιορίσουν τις προσπάθειες του Γιέζοφ. Σε κάποιο σημείο, ο Γιάγκοντα είχε χαρακτηρίσει τα στοιχεία ότι ο Τρότσκι έδινε εντολές για τρομοκρατία στην ΕΣΣΔ ως «ασήμαντα πράγματα» και «ανοησίες» [chepukha, erunda]. Σε άλλη περίπτωση, ο Στάλιν τηλεφώνησε στον Γιάγκοντα και τον απείλησε ότι θα τον «γρονθοκοπήσει στη μύτη» αν συνέχιζε να καθυστερεί.»

Σε προηγούμενη δημοσίευσή μας με τίτλο «Τα αναμφισβήτητα ντοκουμέντα για την ύπαρξη του μπλοκ των συνωμοτών τροτσκιστών – ζηνοβιεφικών στην ΕΣΣΔ», παρουσιάζουμε τις αποδείξεις για τη διασύνδεση όλων των συνωμοτικών φραξιών της ΕΣΣΔ (ζηνοβιεφικών, τροτσκιστών, δεξιών μαθητών του Μπουχάριν που διέδιδαν την πλατφόρμα Ριούτιν) που είχαν ξεκάθαρη δολοφονική ντιρεκτίβα: «να βγει από τη μέση ο Στάλιν». Οι αποδείξεις είναι η αλληλογραφία του Τρότσκι με τον γιο του Σέντοφ. Ο πρώτος που βρήκε αυτή την αλληλογραφία στο αρχείο του Τρότσκι στο Χάρβαρντ είναι ο γάλλος τροτσκιστής Πιερ Μπρουέ τη δεκαετία του 80.

Παραθέτουμε, λοιπόν, εκτεταμένα αποσπάσματα από την πρόσφατη δημοσίευση του αμερικανού αστού ιστορικού William Chase «Αντιμετωπίζοντας Πτυχές του Μεσοπολεμικού Σταλινισμού», William J. Chase, 2024:

Ένα από τα ζητήματα που διχάζουν τους ερευνητές είναι το ποιοι υπήρξαν τα θύματα της καταστολής. Πολλοί έχουν επισημάνει τους Παλαιούς Μπολσεβίκους. Ωστόσο, διάφορες μελέτες καταδεικνύουν ότι αυτοί δεν ήταν τα κύρια θύματα. Αντιθέτως, το πού εργάζονταν τα μέλη του Μπολσεβίκικου κόμματος την παραμονή της σύλληψής τους αποτελεί πιο αξιόπιστο δείκτη. Κομματικά στελέχη και διοικητές στον οικονομικό τομέα, σε διάφορα επίπεδα, υπέστησαν σοβαρά πλήγματα, όπως και τα πολιτικά τους δίκτυα ή οι οικογενειακοί τους κύκλοι. Ανάμεσα στις ελίτ, πολλά από τα θύματα ήταν μέλη της Κεντρικής Επιτροπής (Κ.Ε.), η οποία παρουσίασε εντυπωσιακή ανανέωση μελών μεταξύ 1934 και 1939. Ωστόσο, η ιδιότητά τους ως μέλη της Κ.Ε. συνδεόταν συχνά με τη θέση τους στο κομματικό ή κρατικό μηχανισμό.

Οι πολιτικές και οικονομικές πραγματικότητες της δεκαετίας του 1930 —και όχι το παρελθόν του Στάλιν ή ο λενινισμός— προσφέρουν καλύτερες εξηγήσεις για το γιατί συνελήφθησαν οι Παλαιοί Μπολσεβίκοι, μέλη της ελίτ και τα δίκτυα ή οι φατρίες τους. Αυτοί που διέτρεχαν τον μεγαλύτερο κίνδυνο σύλληψης ήταν πρώην αντιπολιτευόμενοι — τροτσκιστές, ζηνοβιεφικοί και άλλοι. Μέχρι τα μέσα του 1936, ο Στάλιν και οι σύμμαχοί του τους θεωρούσαν πραγματικές απειλές. Πρόσφατα αποχαρακτηρισμένα αρχειακά έγγραφα μάς επιτρέπουν να συνεχίσουμε την εξερεύνηση των λόγων αυτών. Επειδή οι Παλαιοί Μπολσεβίκοι που έγιναν κατηγορούμενοι στη δίκη του 1936 βρίσκονταν ήδη σε εξορία ή φυλακή επί σειρά ετών, δεν μπορούμε να εξηγήσουμε την τύχη τους με βάση το πού εργάζονταν. Αντιθέτως, βρέθηκαν στο εδώλιο λόγω των κατηγοριών ότι ήταν διπρόσωποι και εξαιτίας των πολιτικών τους σχεδίων.

Η έρευνά μου για τις πολιτικές δραστηριότητες των τροτσκιστικών δικτύων κατά τη δεκαετία του 1920 και του 1930 προσφέρει ορισμένες ενδείξεις για το γιατί ο Στάλιν και οι σύμμαχοί του τους θεωρούσαν τόσο σοβαρή απειλή, ώστε να τους συλλαμβάνουν συστηματικά, να οργανώνουν τις μεγάλες Δίκες της Μόσχας του 1936–38 και να εκτελούν τους περισσότερους από τους κατηγορούμενους. Έχω υποστηρίξει αλλού ότι αυτές οι δίκες ήταν επιμελώς προετοιμασμένες. Αυτό που δεν είχα εκτιμήσει τότε ήταν τα στοιχεία βάσει των οποίων ο Στάλιν αποφάσιζε ποιοι κατηγορούμενοι θα περιλαμβάνονταν.

Το παρόν κεφάλαιο επικεντρώνεται αποκλειστικά στη δίκη του 1936, και συγκεκριμένα στους Σμιρνόφ και Όλμπεργκ, και οι δύο τροτσκιστές. Βάσει ερευνών από τις αρχές του 1936, ο αρχηγός της NKVD, Γιάγκοντα, έστελνε τακτικά στον Στάλιν αναφορές συνοδευόμενες από αποσπάσματα των πρακτικών ανάκρισης των δύο ανδρών (protokoly doprosov). Ο Γιάγκοντα απέστελλε επίσης αντίστοιχα υλικά και για άλλους κρατούμενους. Αυτά τα υλικά κρίθηκαν επαρκή ώστε να πείσουν τον Στάλιν, τον γενικό εισαγγελέα του κράτους Α. Ια. Βισίνσκι και άλλους ηγέτες ότι οι κατηγορούμενοι της δίκης του Αυγούστου 1936 ήταν ένοχοι όπως κατηγορούνταν και, κατά συνέπεια, ήταν αναγκαία μια δημόσια δίκη.

Ύστερα από χρόνια πολιτικών συγκρούσεων, τον Οκτώβριο του 1927, το Πολιτικό Γραφείο απέβαλε τον Τρότσκι, τον Ζηνόβιεφ, τον Κάμενεφ και άλλους υποστηρικτές της Ενωμένης Αντιπολίτευσης, λόγω της χρόνιας περιφρόνησής τους προς τους κανόνες του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού του κόμματος. Κατά τον εορτασμό της Επανάστασης του Οκτωβρίου το 1927, οι υποστηρικτές τους οργάνωσαν αντιδιαδηλώσεις. Αυτές οι προσπάθειες δεν είχαν αποτέλεσμα, αλλά έφεραν στο φως πολλούς από τους υποστηρικτές τους, οι οποίοι αποβλήθηκαν από το κόμμα.

Όσοι αποκήρυξαν τις δραστηριότητες και τις απόψεις τους γίνονταν, κατά κανόνα, δεκτοί ξανά στο κόμμα και επέστρεφαν στην εργασία τους σε κρατικές ή κομματικές θέσεις. Όσοι αρνούνταν να το κάνουν —και αυτοί αριθμούσαν εκατοντάδες, οι περισσότεροι εκ των οποίων ήταν τροτσκιστές— στέλνονταν σε πολιτική εξορία, όπου αγανακτούσαν για την απομάκρυνσή τους από την πολιτική δράση. Από τα τέλη του 1929, κάποιοι δέχτηκαν να αποκηρύξουν τις θέσεις τους, να υποταχθούν, προκειμένου να επανενταχθούν στο κόμμα και να επιστρέψουν στην πολιτική δραστηριότητα — κάτι που συχνά σήμαινε και επιστροφή σε αντιπολιτευτικές ενέργειες.

Ας εξετάσουμε την περίπτωση του Ιβάν Ν. Σμιρνόφ, ο οποίος θεωρείται, ίσως, ο κορυφαίος τροτσκιστής στην ΕΣΣΔ και κατηγορούμενος στη δίκη του 1936. Αφού υπέκυψε (κατέθεσε αποκήρυξη) στα τέλη του 1929, επανεντάχθηκε στο κόμμα και ανέλαβε υπεύθυνες θέσεις. Λίγο μετά την επανεισδοχή του, ενθάρρυνε και άλλους να υπογράψουν τη δήλωση αποκήρυξης που είχε ο ίδιος συντάξει και να επανέλθουν στο κόμμα. Ο Σμιρνόφ θεωρούσε την υποταγή του ως ένα τακτικό «ελιγμό» που του επέτρεπε να επιστρέψει στο κόμμα για να συνεχίσει την αντιπολιτευτική του δράση.

Ακολουθώντας το παράδειγμά του, πολλοί από τους υποστηρικτές του —μεταξύ 200 και 400 άτομα— «υπέκυψαν» (Broué 1988, 639· Mozokhin 2013, 32). Οι περισσότεροι έγιναν δεκτοί ξανά στο κόμμα και συνέχισαν μυστικά την αντιπολιτευτική τους δραστηριότητα. Θεωρούσαν ότι η παραμονή τους στο κόμμα ήταν ουσιώδης για την αναβίωσή του ή τη δημιουργία ενός νέου κόμματος. Στα μάτια του κόμματος, αυτή η στάση τούς καθιστούσε διπρόσωπους.

Επιστρέφοντας στη Μόσχα, ο Σμιρνόφ οργάνωνε τακτικά μυστικές συναντήσεις τροτσκιστών, κάποιες φορές στο διαμέρισμά του, όπου συζητούσαν και αποφάσιζαν για πολιτικές δραστηριότητες και τακτικές, και οργάνωναν ένα μικρό επιχειρησιακό κέντρο. Το 1931, του επετράπη να ταξιδέψει στο Βερολίνο, γεγονός που υποδηλώνει ότι οι ηγέτες του κόμματος πίστευαν πως είχε αποκοπεί από τους τροτσκιστές. Δεν το είχε κάνει. Εκεί συνάντησε τον Σέντοφ, γιο του Τρότσκι, με τον οποίο συζήτησε τις δραστηριότητες της Αντιπολίτευσης, τις απόψεις του για τις πολιτικές του σοβιετικού κράτους και τη διογκούμενη λαϊκή δυσαρέσκεια.

Το 1932, ο σύντροφος του Σμιρνόφ, Γκόλτσμαν, επισκέφθηκε επίσης τον Σέντοφ, από τον οποίο έλαβε την έγκριση του Τρότσκι για να σχηματίσει ένα «μπλοκ» με άλλους αντιπολιτευόμενους, περιλαμβανομένων των Ζηνοβιεφικών, και να χρησιμοποιήσουν διάφορες μεθόδους, συμπεριλαμβανομένων και τρομοκρατικών, για την απομάκρυνση του Στάλιν. Ο Σέντοφ ενεργούσε ως εντολοδόχος του Τρότσκι· αυτό επέτρεπε στον πατέρα του να διατηρεί την πιθανή άρνηση ευθύνης σε περίπτωση κατηγορίας. Ο Τρότσκι αρνιόταν πάντοτε ότι ενέκρινε το μπλοκ, αλλά στοιχεία από το προσωπικό του αρχείο δείχνουν ξεκάθαρα ότι το είχε εγκρίνει (Broué 1980· Getty 1986). Μόνο στις αρχές του 1936 έμαθαν η NKVD και ο Στάλιν για την ύπαρξη του μπλοκ και τις προθέσεις του.

Την 1η Ιανουαρίου 1933, ο Σμιρνόφ και άλλοι εξήντα οκτώ τροτσκιστές συνελήφθησαν. Στην αναφορά του προς τον Στάλιν στις 15 Ιανουαρίου, ο Γιάγκοντα ανέφερε ότι αξιωματικοί της OGPU είχαν κατασχέσει οδηγίες που είχε στείλει ο Τρότσκι από το «εξωτερικό (γνωστό σε εμάς)», καθώς και την αλληλογραφία του Σμιρνόφ με συντρόφους του σχετικά με τη διατήρηση επαφών μετά την επανένταξή τους στο κόμμα. Ο Σμιρνόφ καταδικάστηκε σε πενταετή φυλάκιση (Khaustov 2003, 388–89· Mozokhin 2013, 19–176).

Μόνο μετά τη σύλληψη του Σμιρνόφ κατέληξε ο Γιάγκοντα στο συμπέρασμα ότι η δήλωση αποκήρυξής του «περιείχε μια σειρά από ‘ελαστικές’ διατυπώσεις, μέσω των οποίων ο τροτσκιστής διπρόσωπος μπορούσε εύκολα να προσαρμόζει τις διαφωνίες του με το κόμμα», και ότι άλλοι που είχαν υπογράψει παρόμοιες δηλώσεις με του Σμιρνόφ συνέχιζαν να εμπλέκονται σε μυστικές δραστηριότητες (Mozokhin 2013, 32). Όταν αυτές αποκαλύπτονταν, οι εμπλεκόμενοι εξορίζονταν εκ νέου. Σύμφωνα με τον Γιάγκοντα, ακόμα και στην πολιτική εξορία, ο Σμιρνόφ και άλλοι συνέχιζαν τις μυστικές τους δραστηριότητες.

Ο όρος «διπρόσωπος» (double-dealer) αξίζει προσοχής στο παρόν πλαίσιο, διότι δηλώνει ότι ένας σύντροφος είχε πει ψέματα στο κόμμα —στην κοινότητα που είχε συγχωρήσει τον Σμιρνόφ και άλλους και τους είχε επανεντάξει στις τάξεις της. Για τους ηγέτες των Μπολσεβίκων, οι διπρόσωποι αποτελούσαν σοβαρή απειλή: «Η διπροσωπία είναι το κακό που, μόνο του, μπορεί να στηρίξει και να συγκαλύψει την ύπαρξη αντικομματικών στοιχείων εντός του κόμματος. Η πρόκληση είναι να εξαλείψουμε αυτό το κακό δίχως ίχνος. Ένας διπρόσωπος δεν είναι μόνο απατεώνας απέναντι στο κόμμα· ταυτόχρονα είναι και ανιχνευτής εχθρικών δυνάμεων προς εμάς, δολιοφθορέας, προβοκάτορας, που διείσδυσε στο κόμμα με δόλο και προσπαθεί να υπονομεύσει τα θεμέλια του κόμματος — και επομένως, τα θεμέλια του κράτους μας» (Izvestiia TsK KPSS).

Στα μάτια τους, ο Σμιρνόφ και οι υποστηρικτές του δεν είχαν απλώς προδώσει το κόμμα· δεν είχαν επίσης «αφοπλιστεί», δηλαδή δεν είχαν εγκαταλείψει τα «όπλα» του πολιτικού αγώνα, όπως είχαν υποσχεθεί. Από τους κατηγορούμενους στη δίκη του Αυγούστου 1936 για το Τροτσκιστοζηνοβιεφικό Τρομοκρατικό Κέντρο, οι έντεκα ήταν πρώην αντιπολιτευόμενοι· πέντε ήταν Γερμανοί τροτσκιστές που είχαν εγκατασταθεί στην ΕΣΣΔ.

Δεδομένου ότι οι Σοβιετικοί κατηγορούμενοι, όπως ο Σμιρνόφ, βρίσκονταν ήδη σε πολιτική εξορία ή φυλακή, ορισμένοι συγγραφείς υποστηρίζουν ότι η δίκη ήταν το πρώτο βήμα στο σχέδιο του Στάλιν να εξαλείψει τους Παλαιούς Μπολσεβίκους. Σήμερα, υπάρχουν λόγοι να αμφισβητηθεί αυτή η άποψη. Από τη δική τους πλευρά, ο Τρότσκι και ο Σέντοφ αρνήθηκαν τις κατηγορίες εναντίον των βασικών κατηγορουμένων (του Σμιρνόφ, του Γκόλτσμαν και του Βαλεντίν Όλμπεργκ). Πολλοί δυτικοί συγγραφείς δέχτηκαν αυτή την άρνηση ως δεδομένη.

Κατά τη διάρκεια της δίκης, ο γενικός εισαγγελέας του κράτους, Βισίνσκι, δήλωσε ότι, από όλους τους κατηγορούμενους, «ο πιο επίμονος στις αρνήσεις του είναι ο Σμιρνόφ». Ο Σμιρνόφ αρνιόταν κατ’ επανάληψη να παραδεχτεί τις κατηγορίες του Βισίνσκι, έως ότου βρέθηκε αντιμέτωπος με τους άλλους κατηγορούμενους. Αρνήθηκε ότι το μπλοκ δρούσε «κατ’ εντολή του Τρότσκι» και αναφέρθηκε στις σχετικές οδηγίες ως «προσωπική άποψη του Σέντοφ» (Πρακτικά της Δίκης, σελ. 79–86, 153–60).

Μόνο την παραμονή της εκτέλεσής του ο Σμιρνόφ ομολόγησε στην κόρη του ότι είχε πει ψέματα στο δικαστήριο. Σύμφωνα με το αρχείο RGASPI 671/1/185, σελ. 20–24, της είπε:

«Θέλω να εξαλείψεις από το μυαλό σου τα υπολείμματα του τροτσκισμού και να συνεχίσεις με τη γραμμή του κόμματος. Αυτό ήταν και το τελευταίο μου μήνυμα προς όλους τους ταλαντευόμενους τροτσκιστές: πρέπει να αφοπλιστούμε αποφασιστικά και γρήγορα.

Εσύ πρέπει να αφοπλιστείς μέσα στις επόμενες ημέρες. Να θυμάσαι: τα στελέχη της Γκεστάπο που αναφέρθηκαν στη δίκη δεν ήταν φανταστικές φιγούρες· ήταν απολύτως πραγματικοί και έξυπνοι φασίστες. Είτε το θέλει ο Τρότσκι είτε όχι, η περιφέρειά του έχει μπλεχτεί με τη Γκεστάπο.

Σε ένα από τα άρθρα του Bulletin of the Opposition, έγραψε πράγματι: "Ο ΣΤΑΛΙΝ πρέπει να απομακρυνθεί." Τι σημαίνει αυτό; Στον Γκόλτσμαν έδωσε πραγματικά εντολές για μένα, σχετικά με την τρομοκρατική επίθεση.

Έχουμε φτάσει σε αδιέξοδο — και η νεολαία μας πρέπει να βγει από αυτό όσο πιο γρήγορα γίνεται.»

Όταν ο Σμιρνόφ έκανε λόγο για «τους πιο πραγματικούς και έξυπνους φασίστες», δεν υπάρχει αμφιβολία ότι είχε κατά νου τον Βαλεντίν Όλμπεργκ, του οποίου οι ομολογίες κατά την ανάκριση συνέβαλαν στο να καταστούν κατηγορούμενοι ο Σμιρνόφ και άλλοι.

Ο Όλμπεργκ ήταν γιος διακεκριμένου μενσεβίκου και οικογενειακός φίλος του ηγέτη των μενσεβίκων Ραφαήλ Αμπραμόβιτς. Εντάχθηκε στο Κομμουνιστικό Κόμμα Γερμανίας (KPD) το 1928. Στα τέλη του 1929 προσχώρησε στους τροτσκιστές, υπό την ηγεσία του φίλου και συντρόφου του Κουρτ Λαντάου, ο οποίος ήταν εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος του Τρότσκι στο Βερολίνο. Σύντομα, ο Όλμπεργκ άρχισε να συνεργάζεται στενά με τον Τρότσκι.

Έπαιξε ενεργό ρόλο στην ένωση των διαιρεμένων τροτσκιστικών ομάδων του Βερολίνου το 1930, υπηρέτησε περιστασιακά ως μεταφραστής του Τρότσκι, έγραφε για το Bulletin of the Opposition και μετέφερε τις απόψεις του Τρότσκι και του Σέντοφ σε υποστηρικτές στην ΕΣΣΔ. Ο Τρότσκι μοιράστηκε με τον Όλμπεργκ την επιστολή του προς το Συνέδριο των Μπολσεβίκων του 1930 και του υπενθύμισε ότι «το πιο σημαντικό είναι να μην χάνεις χρόνο, να δράσεις γρήγορα και να προσπαθήσεις με κάθε μέσο να στείλεις την επιστολή στην ΕΣΣΔ» (RGASPI 495/205/8318, σ. 243).

Το 1931, όταν ο Λαντάου και οι υποστηρικτές του ετοιμάζονταν να αποσχιστούν από τον επίσημο τροτσκισμό, ο Σέντοφ παρότρυνε τον Όλμπεργκ να «κόψει κάθε δεσμό με τη φατρία Λαντάου» (RGASPI 495/205/8318, σ. 215).

Το 1932, μέλη της κομματικής οργάνωσης του KPD στην οποία ανήκε ο Όλμπεργκ εισέβαλαν στο διαμέρισμά του και αφαίρεσαν έγγραφα που αποκάλυπταν τους δεσμούς του με τον Τρότσκι και τον Σέντοφ, συμπεριλαμβανομένης της εκτενούς αλληλογραφίας τους από τον Ιανουάριο 1930 έως τον Μάιο 1932. Το KPD απέστειλε αυτά τα υλικά στη Κομιντέρν.

Από τις 30 Ιανουαρίου έως τις 27 Απριλίου 1930, ο Τρότσκι έγραψε τουλάχιστον δεκατέσσερις επιστολές προς τον Όλμπεργκ, καθεμία ως απάντηση σε γράμμα του Όλμπεργκ. Οι επιστολές αυτές δείχνουν καθαρά ότι ο Τρότσκι τον θεωρούσε έμπιστο υποστηρικτή (Trotsky 1975, σ. 210–215· RGASPI 495/205/8318, σ. 243–246). Η κατασχεθείσα αλληλογραφία, η οποία είναι πλέον διαθέσιμη, περιλαμβάνει σαράντα τρεις επιστολές και καρτ-ποστάλ από τον Σέντοφ προς τον Όλμπεργκ.

Η μεταξύ τους αλληλογραφία δεν αφήνει καμία αμφιβολία πως είχαν στενή συνεργασία και ήταν φίλοι. Παρ' όλα αυτά, αφού το KPD έστειλε αυτά τα υλικά στη Μόσχα, ο Όλμπεργκ κατάφερε να εισέλθει στην ΕΣΣΔ τρεις φορές. Το 1935, ταξίδεψε με διαβατήριο Ονδούρας και μετέβη στο Γκόρκι, όπου βρήκε εργασία.

Η σύλληψη του Όλμπεργκ την 1η Ιανουαρίου 1936 δεν οφειλόταν στην επιμέλεια της NKVD. Συνελήφθη μόνο αφού μια έρευνα στην Ουκρανία οδήγησε σε πληροφορίες για ένα τροτσκιστικό δίκτυο στο Γκόρκι, όπου ο Σέντοφ τον είχε συστήσει να έρθει σε επαφή με τροτσκιστές. Από τη στιγμή που ο Όλμπεργκ έφτασε στο Γκόρκι, αυτοσυστηνόταν ως «απεσταλμένος του Τρότσκι», που είχε έρθει στην ΕΣΣΔ για να βοηθήσει στην αναζωογόνηση του τροτσκιστικού κινήματος.

Το πολιτικό του δίκτυο στην ΕΣΣΔ περιλάμβανε τροτσκιστές που είχε στρατολογήσει στο Βερολίνο —μερικοί εκ των οποίων είχαν εισέλθει παράνομα στη χώρα— καθώς και ντόπιους αντιπολιτευόμενους. Κατά τη διάρκεια των ανακρίσεων, ο Όλμπεργκ, η σύζυγός του, ο αδερφός του, η πρώην σύζυγός του και οι Γερμανοί σύντροφοί του έδωσαν, ανεξάρτητα ο ένας από τον άλλο (καθώς βρίσκονταν σε απομόνωση), λεπτομερείς πληροφορίες για τις δραστηριότητες, τις προθέσεις τους και τους δεσμούς του Όλμπεργκ με τον Τρότσκι και τον Σέντοφ.

Κατά τις ανακρίσεις του και στη δίκη του Αυγούστου 1936, ο Όλμπεργκ δήλωσε ότι ο Σέντοφ είχε εγκρίνει την αγορά του διαβατηρίου της Ονδούρας, το οποίο είχε παραλάβει στο Βερολίνο από αξιωματικό των SS. Ο ίδιος, η σύζυγός του και ο αδερφός του κατέθεσαν ότι είχε προειδοποιήσει τον Σέντοφ πως υποπτευόταν ότι το διαβατήριο θα προερχόταν από τη Γκεστάπο. Ο πεθερός του Όλμπεργκ ήταν Ναζί, στο διαμέρισμα του οποίου διέμενε ανοιχτά πριν εισέλθει στην ΕΣΣΔ. Αυτά τα γεγονότα, μεταξύ άλλων, οδήγησαν τους κατηγόρους του να τον χαρακτηρίσουν ως πράκτορα της Γκεστάπο.

Αυτές και άλλες αποκαλύψεις σόκαραν εμένα και τη συνεργάτιδά μου Όλγκα Νοβίκοβα-Μοντέρντε. Έχουμε εντοπίσει άφθονα στοιχεία που αποδεικνύουν ότι ο Τρότσκι, ο Σέντοφ και οι υποστηρικτές τους είπαν ψέματα σχετικά με τον Όλμπεργκ και επινόησαν την κατηγορία ότι ήταν πράκτορας της NKVD. Το αρχείο της NKVD για τον Όλμπεργκ δείχνει ξεκάθαρα ότι δεν ήταν.

Οι λεπτομέρειες για τις δραστηριότητες και το πολιτικό του δίκτυο προέρχονται από τα πρακτικά των ανακρίσεών του και των συντρόφων του, καθώς και από άλλες πρωτογενείς και δευτερογενείς πηγές. Κάποιοι ίσως υποστηρίξουν ότι τα πρακτικά των ανακρίσεων δεν είναι αξιόπιστα, επειδή οι ανακριτές βασάνισαν τον Όλμπεργκ και άλλους ή επινόησαν τις ομολογίες. Δεν μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα αν υπέστησαν βασανιστήρια· όμως, μια προσεκτική ανάλυση των καταθέσεων του Όλμπεργκ και των συντρόφων του αποκαλύπτει ότι ενισχύουν η μία την άλλη σε πολλά σημεία — κάτι που προσδίδει αξιοπιστία στις δηλώσεις τους.

Αυτά τα υλικά προσφέρουν μια διαφορετική και εύλογη προοπτική. Ακόμη σημαντικότερο: η NKVD και ο Στάλιν τα θεωρούσαν αληθινά.

Αυτά και άλλα ευρήματα αμφισβητούν την κατανόησή μας για τον Όλμπεργκ και τη δίκη του 1936. Ωστόσο, είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι ήταν ο Τρότσκι, ο Σέντοφ και ο Μαξ Σάχτμαν —ένθερμος τροτσκιστής— αυτοί που διαμόρφωσαν την εικόνα του Όλμπεργκ που έχουμε κληρονομήσει.

Τα βιβλία του Σέντοφ και του Σάχτμαν το 1936, στα οποία συνεργάστηκαν, επηρέασαν σε μεγάλο βαθμό τόσο την Επιτροπή Ντιούι όσο και τη γαλλική Επιτροπή Ροζατουάρ, οι οποίες κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι ο Τρότσκι δεν ήταν ένοχος για τις κατηγορίες που του αποδόθηκαν στη δίκη του 1936. Αυτές οι ετυμηγορίες επικύρωσαν τις καταθέσεις του Τρότσκι και του Σέντοφ, οι οποίες έκτοτε έγιναν ευρέως αποδεκτές.

Ωστόσο, τα διαθέσιμα στοιχεία δείχνουν ξεκάθαρα ότι πατέρας και γιος είπαν ψέματα σχετικά με τις σχέσεις τους με τον Όλμπεργκ και απέκρυψαν αποδεικτικά στοιχεία από τις δύο επιτροπές (Broué 1980).


 


 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Τα αναμφισβήτητα ντοκουμέντα για την ύπαρξη του μπλοκ των συνωμοτών τροτσκιστών – ζηνοβιεφικών στην ΕΣΣΔ

«Λαϊκές Δημοκρατίες» του Ντονμπάς: «Δημοκρατία» των ρώσων λευκοφρουρών, λαθρεμπόριο, δολοφονίες, πλιάτσικο, ψευτιά και απάτη (Μέρος Δεύτερο)