Σημείωμα 2 - Το σοσιαλδημοκρατικό αφήγημα του "κοινωνικού κράτους"
Φτωχόσπιτο εντός του Μιλάνου που στοιβάζονταν τα μέλη μιας εργατικής οικογένειας, «εσωτερικοί μετανάστες» από την Καλαβρία. Ο Αλέν Ντελόν υποδύεται τον Ρόκο στην ταινία του Βισκόντι «Ο Ρόκο και τα αδέλφια του».
Aς πιάσουμε σύντομα το νήμα των γεγονότων από τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και θα επανέλθουμε στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της συγκέντρωσης των μονοπωλίων και της συγκρότησης του χρηματιστικού κεφαλαίου μεταπολεμικά και στη σημερινή εποχή. Μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο η φτωχή αγροτιά άρχισε να ξεκληρίζεται μαζικά στις ιμπεριαλιστικές χώρες του Bορρά, συρρέοντας σε τρώγλες στα προλεταριακά κέντρα στη γερμανική βιομηχανική ζώνη του Ρουρ, στο Παρίσι και στο Μιλάνο. Το ίδιο συνέβη και στις ΗΠΑ. Η καλλιεργήσιμη γη των προλεταριοποιημένων αγροτών εξαγοράστηκε από πλουσιότερα νοικοκυριά και μεγάλους φάρμερς. Στη Γαλλία οι μεγάλοι φάρμερς επιδοτήθηκαν αδρά από το γαλλικό κράτος προκειμένου να εκμηχανίσουν την αγροτική τους παραγωγή, να αποκτήσουν βελτιωμένα λιπάσματα και να εφαρμόσουν εκσυγχρονισμένες γεωπονικές μεθόδους. Μεταπολεμικά, στα πρώτα σπάργανα της συγκρότησης της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς, η Γαλλία εξασφάλισε αυτό το προνόμιο με τη συγκατάθεση των γερμανών μονοπωλητών που διέθεταν ισχυρότερη βιομηχανία, εξασφαλίζοντας μέχρι και σήμερα την ισχυρότερη αγροτική οικονομία με τις μεγαλύτερες καλλιέργειες. Ακολουθούν Ιταλία και Ισπανία. Οι φτωχοί αγρότες δεν μπορούσαν να ανταπεξέλθουν στον ανταγωνισμό που προϋπέθετε τη διάθεση επαρκών κεφαλαίων για επενδύσεις και πούλησαν κοψοχρονιά τη γη τους για να βρουν δουλειά στις φάμπρικες στις πόλεις[1] [Πηγή: “The other House”, Sarah Farmer, French Politics, Culture & Society, 2016] . Mεταξύ του 1954 και του 1962 τρεις στις δέκα αγροτικές οικογένειες εγκατέλειψαν την ύπαιθρο. Παράλληλα από το 1946 έως το 1975 ο αριθμός όσων δούλευαν στην ύπαιθρο μειώθηκε από 7,4 εκατομμύρια σε 2 εκατομμύρια.
Πλην της Ιταλίας, της οποίας ο Νότος παραμένει μέχρι και σήμερα μια φτωχή περιοχή της Ευρώπη και αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για τους μεγάλους ιταλούς σκηνοθέτες, που κατά παράδοση ήταν και αριστεροί, η φτωχή αγροτιά έχει ουσιαστικά εξαλειφθεί στις χώρες του μονοπωλιακού καπιταλισμού. Αν και διάφοροι σκηνοθέτες φρόντισαν να απαθανατίσουν το ρεύμα της λεγόμενης «αστυφιλίας» και τις παραγκουπόλεις εντός των βιομηχανικών μητροπόλεων, τα φιλμ αυτά δεν τυχαίνουν συχνής προβολής. Ο «Ρόκο και τα αδέλφια του», η ταινία σταθμός του Βισκόντι (1960) που περιγράφει σκηνές από την προλεταριοποίηση των αγροτών του Νότου είναι μια από τις σπάνιες εξαιρέσεις. Η στρατιά αυτή των νέων προλετάριων που κατέκλυσαν τις πόλεις συνιστώντας τη μεγάλη μάζα των ανειδίκευτων εργατών μαζί με τους σχετικά καλύτερα αμειβόμενους παλαιότερους εργάτες συνέβαλε με τις θυσίες της στο μεταπολεμικό «οικονομικό θαύμα» που λογίζεται σε μια διάρκεια από το 1945 έως το 1975.
Σήμερα η φτωχή αγροτιά παραμένει στις εξαρτημένες χώρες της Ευρώπης και εκεί μειώνεται με γρήγορο ρυθμό γιατί δεν μπορεί να ανταπεξέλθει στον ανταγωνισμό. Δεν μπορεί να βγάλει ούτε το κόστος παραγωγής. Το 2005 οι φτωχοί αγρότες με εκτάσεις λιγότερες από 50 στρέμματα ήταν 14 εκατομμύρια στην ΕΕ. Το 2016 ο αριθμός αυτός είχε μειωθεί στα 10 εκατομμύρια. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παραθέτει η Υπηρεσία Έρευνας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου[2] [Πηγή: “Small farms’ role in the EU food system”, Rachelle Rossi, European Parliamentary Research Service, Σεπτέμβρης 2022. ], ο μεγαλύτερος αριθμός μικρών αγροτικών νοικοκυριών εντοπίζεται στην Ρουμανία, όπου 9 στα 10 αγροκτήματα έχουν γη μικρότερη από 50 στρέμματα (5 εκτάρια - ha) και τα περισσότερα από αυτά καταναλώνουν πάνω από το μισό της σοδειάς τους, δεν το προσφέρουν δηλαδή ως εμπόρευμα στην αγορά. Περισσότερα αγροκτήματα μεσαίων αγροτών εμφανίζονται στην κεντρική και βόρεια Ευρώπη με τη Γαλλία να έχει τις περισσότερες μεγάλες φάρμες. Στη Γαλλία τέσσερις στις δέκα φάρμες έχουν τουλάχιστον 500 στρέμματα γης.
Σχήμα 5. Η κατανομή των αγροτικών ιδιοκτησιών ανά έκταση σε στρέμματα (1 ha=10 στρέμματα) το 2016
Στο Σχήμα 5 με σκούρο μπλε είναι όλοι φτωχοί αγρότες. Τμήμα των πορτοκαλί είναι φτωχοί αγρότες. Ανάλογα με την τιμή της γης τμήμα των «πορτοκαλί» μπορεί να ενταχθεί στην μεσαία αγροτιά. Η διαφοροποίηση της μεσαίας αγροτιάς με τη φτωχή αγροτιά είναι ότι μετά από καλές σοδειές μπορεί να αυξήσει πολύ πιο εύκολα τη γη της και να αξιοποιήσει ακόμη και εργάτες. Με μπλε, πάνω από 200 στρέμματα ξεκινά η πλούσια αγροτιά, οι κουλάκοι και οι μεγάλοι φάρμερς που εκμεταλλεύονται ξένη εργασία δίπλα στην εργασία των μελών της φαμίλιας τους.
Η ανόρθωση της οικονομίας που ολοκληρώθηκε προς στα τέλη της δεκαετίας του 50, πραγματοποιήθηκε από την υπερεκμετάλλευση της εργατικής τάξης σε πολύ σκληρές συνθήκες. Μετρώντας σε όρους ισοτιμίας αγοραστικής δύναμης, αμέσως μετά τον πόλεμο, το μέσο εισόδημα ανά ενήλικα γάλλο ήταν λιγότερο από το μισό του αντίστοιχου αμερικανού[1] [Πηγή: “Income inequality in France, 1900-2014:Evidence from Distributional National Accounts (DINA)”, Bertrand Garbinti κ.α., Journal of Public Economics 2017] , όταν πριν τον πρώτο παγκόσμιο και στον μεσοπόλεμο κυμαινόταν από 60%-80%. Έφτασε στο 70%-80% του αμερικανού τη δεκαετία του 70 και του 80. Επομένως, ο γάλλος, γερμανός, ιταλός εργάτης ξεκινούσε με μισθό πολύ πιο κάτω από την αξία της εργατικής του δύναμης μετά τον πόλεμο. Από αυτή τη χαμηλότερη αφετηρία, η μέση ετήσια αύξηση στο μέσο εισόδημα του 50% του γαλλικού πληθυσμού με τις χαμηλότερες απολαβές ήταν 3,7% από το 1950 έως το 1983. Έκτοτε μέχρι το 2014 η μέση ετήσια αύξηση ήταν μόλις 0.9%.Οι συνθήκες της υπερεκμετάλλευσης ξεχάστηκαν στη Γαλλία και τη δυτική Γερμανία μετά την έκρηξη της παραγωγικότητας της εργασίας, ως αποτέλεσμα του συνδυασμού της ανασυγκρότησης της βιομηχανικής παραγωγικής βάσης από τα ερείπια του πολέμου και της επιστημονικοτεχνικής επανάστασης που έφερε στην αυτοματοποίηση της παραγωγής τη δεκαετία του 60 η ηλεκτρονική αρχικά με τις λυχνίες και μετά με τα τρανζίστορ, διατηρώντας ψηλά το γενικό ποσοστό κέρδους μέχρι λίγο πριν το 1973, όταν έσκασε η πρώτη μεγάλη μεταπολεμική διεθνής οικονομική κρίση, την οποία οι αγοραίοι οικονομολόγοι βάπτισαν «πετρελαϊκή», με τον ίδιο τρόπο που μέχρι πρόσφατα παρουσίαζαν τον πληθωρισμό ως δήθεν αποτέλεσμα του πολέμου στην Ουκρανία. Με την μείωση της αξίας των εμπορευμάτων που έφερε η αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας στους κλάδους που παρήγαγαν είδη ιδιωτικής κατανάλωσης, ο εργάτης στις ιμπεριαλιστικές χώρες δούλευε λιγότερες ώρες για να αναπληρώσει την εργατική του δύναμη και περισσότερες για να αυξάνει τα κέρδη των καπιταλιστών.
Η παραγωγικότητα (ή παραγωγική δύναμη) της εργασίας ορίζεται ως ο λόγος του αριθμού των εμπορευμάτων που παράγονται ετήσια προς τον αριθμό των εργατοωρών που απαιτούνται για την παραγωγή τους. Η κεντρική αρμόδια στατιστική υπηρεσία των ΗΠΑ, BEA, (Bureau of Economic Analysis) μετρά την παραγωγικότητα πια με αυτόν τον τρόπο[1] [https://www.bls.gov/opub/mlr/2002/06/art4full.pdf]. Σε όλες τις ιμπεριαλιστικές πλην των ΗΠΑ η αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας στη βιομηχανία μετά την κρίση του 1973 μειώνεται θεαματικά. Στις ΗΠΑ η αύξηση μεταπολεμικά ήταν πολύ μικρότερη των ιμπεριαλιστικών χωρών γιατί οι ΗΠΑ είχαν ήδη πολύ μεγαλύτερη παραγωγικότητα της εργασίας απ’ όλες τις υπόλοιπες χώρες.
Σχήμα 6: Μέση ετήσια αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας σε ορισμένες από τις ιμπεριαλιστικές χώρες από την ΒΕΑ.
Σε αυτόν τον περιορισμένο χρονικό ορίζοντα της δεκαετίας του 50, του 60 και τμήματος του 70 σχηματίστηκε στις χώρες του μονοπωλιακού καπιταλισμού του ευρωπαϊκού Βορρά το λεγόμενο «κοινωνικό κράτος» με σημαντικές διαφοροποιήσεις ακόμη και εντός των χωρών ανάμεσα σε ειδικευμένους και ανειδίκευτους εργάτες, που εν συντομία συνοψιζόταν σε προσλήψεις αορίστου χρόνου στη βιομηχανία, κλαδικές συμβάσεις, οχτάωρο, κοινωνική ασφάλιση, δημόσια υγεία. Ακόμη και εντός των ΗΠΑ το εισόδημα αυξήθηκε σημαντικά για τους ειδικευμένους εργάτες της βιομηχανίας. Tα φερέφωνα της σοσιαλδημοκρατίας και οι απολογητές ιμπεριαλισμού παρουσίαζαν το φαινόμενο αυτό ως «δίκαιη αναδιανομή εισοδήματος». Μέχρι το 1973 το υψηλό ποσοστό κέρδους εξασφάλιζε υψηλή κερδοφορία για το κεφάλαιο και επέτρεπε σημαντικές αυξήσεις στο εργατικό εισόδημα στο βαθμό που δεν επηρεαζόταν η κερδοφορία και ο μισθός μετά τον πόλεμο ο μισθός ξεκινούσε κάτω από την αξία της εργατικής δύναμης. Από την άλλη ο φόβος της ΕΣΣΔ, ακόμη και της ΕΣΣΔ των ρεβιζιονιστών και των κομμουνιστικών κομμάτων, ειδικά σε Ιταλία και Γαλλία, μέχρι να εκφυλιστούν σε σοσιαλδημοκρατικές παραφυάδες, καθώς και η ένταση της ταξικής πάλης δεν επέτρεπε άλλη επιλογή για την κατοχύρωση ορισμένων κατακτήσεων στη δημόσια υγεία, παιδεία και στις κλαδικές συμβάσεις και κοινωνική ασφάλιση που δεν είδαν ποτέ οι ΗΠΑ.
Επιπρόσθετα, τα μονοπώλια είχαν τη δυνατότητα να δίνουν ψίχουλα από τα υπερκέρδη από την καταλήστευση των εξαρτημένων χωρών και μισοαποικιών στο ανώτατο στρώμα των ειδικευμένων εργατών της βαριάς βιομηχανίας, τη «ναυαρχίδα» κάθε σκληρού απεργιακού αγώνα, προκειμένου να φρενάρουν την ανάπτυξη της ταξικής πάλης. Αυτό είναι το στρώμα της λεγόμενης «εργατικής αριστοκρατίας» στο οποίο αναφερόταν ο Λένιν και νωρίτερα ο Ένγκελς. Από 1946 έως το 1956, κατά μέσο όρο, σύμφωνα με τις επίσημες γαλλικές πηγές, το 37% των εξαγωγών της Γαλλίας, προορίζονταν στις αποικίες[1] [Πηγή: “Did France’s Colonial Empire make Economic Sense?...”, Edward Peter Fidgerald, the Journal of Economic History,June 1988]. Η Γαλλία συνέχιζε να μονοπωλεί το εμπόριο σε αυτές για μεγάλο διάστημα. Το Βέλγιο αντίστοιχα συνέχιζε να υπερεκμεταλλεύεται Κονγκό.
Πίνακας 1. Οι εξαγωγές εμπορευμάτων στις γαλλικές αποικίες (colonial exports) και οι συνολικές εξαγωγές εμπορευμάτων της Γαλλίας
Επιπρόσθετα το σταθερό κεφάλαιο (δαπάνη για μηχανές κυρίως) είχε υποτιμηθεί σημαντικά μετά τον πόλεμο, ευνοώντας την αύξηση του γενικού ποσοστού κέρδους. Μεγάλες μονάδες της βαριάς βιομηχανίας σε Μεγάλη Βρετανία και Γαλλία κρατικοποιήθηκαν μετά τον πόλεμο, για τον απλούστατο λόγο ότι η φορολογία επέτρεπε την άντληση επενδύσεων για να ορθοποδήσουν και να σταθεροποιηθούν. Δεν πλήρωνε το μεγάλο κεφάλαιο την ανόρθωση από τα συντρίμμια του πολέμου, αλλά το μόνιμο φορολογικό υποζύγιο: τα μισθωτά στρώματα.
Σχήμα 7. Πραγματικό οικογενειακό εισόδημα των ανώτερων «εκπροσώπων» των τεσσάρων κατώτερων πεμπτημορίων (quantilines) του πληθυσμού των ΗΠΑ.
Στο Σχήμα 7 με κίτρινο είναι το εισόδημα της «πλουσιότερης» οικογένειας στο χαμηλότερά αμειβόμενο 20% του πληθυσμού των ΗΠΑ. Με πράσινο το εισόδημα της «πλουσιότερης» οικογένειας στο επόμενο 20% του πληθυσμού κ.ο.κ. Με μαύρο είναι ο «φτωχότερος» εκπρόσωπος του ανώτερου 5% του πληθυσμού[1]. [Πηγή: Russell Sage Foundation – Chartbook of Social Inequality ]Στα δυο χαμηλότερα πεμπτημόρια είναι το σύνολο σχεδόν της εργατικής τάξης, το 40% του πληθυσμού. Aπό το 1947 μέχρι τι 1979 η αύξηση είναι περίπου 104,1% για το χαμηλότερο πεμπτημόριο και 108% για το επόμενο 20%. Από εκεί και έπειτα, από το 1979 έως το 2012 το χαμηλότερο 20% εμφανίζει μείωση -4.4% και το αμέσως επόμενο αύξηση μόλις 4.2%. Η εργατική τάξη στις ΗΠΑ βρίσκεται στο γύψο μισθολογικά εδώ και δεκαετίες.
Σχήμα 8. Η πραγματική αύξηση στο εισόδημα των τεσσάρων χαμηλότερων πεμτημορίων του πληθυσμού των ΗΠΑ
Δεν είναι τυχαίο ότι το «κοινωνικό κράτος» ήταν μια σύντομη ανάπαυλα στις εξαρτημένες χώρες της δυτικής Ευρώπης: Ελλάδα, Ισπανία, Πορτογαλία μετά την εγκαθίδρυση της δημοκρατίας. Την δεκαετία του 70 και αρχές του 80 τα συνθήματα του ΠΑΣΟΚ ήταν εθνική ανεξαρτησία, λαϊκή κυριαρχία, κοινωνική απελευθέρωση, ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο, όλα στρατευμένα στο πλαίσιο της κοινωνικής δημαγωγίας του ΠΑΣΟΚ προκειμένου να λάβει τα κυβερνητικά σκήπτρα. Ποδηγετώντας πολιτικά το ρεύμα της ριζοσπαστικοποίησης του εργατικού κινήματος στην μεταπολίτευση, το ΠΑΣΟΚ ενσωμάτωσε πολιτικά αυτόν τον κόσμο σε ανώδυνες για τον καπιταλισμό ατραπούς, αφού πρώτα για μια τετραετία παρείχε αυξήσεις και μαζικές προσλήψεις στο δημόσιο. Λόγω του μετεμφυλιακού μοναρχοφασιστικού κράτους και της χούντας η εργατική τάξη βρισκόταν μόνιμα στο γύψο ενώ οι καπιταλιστές έβγαζαν υπερκέρδη. Οι έλληνες καπιταλιστές αποδέχτηκαν τελικά το τίμημα των ελάχιστων παραχωρήσεων, που σύντομα θα τις έπαιρναν πίσω, με σημαντικότερο αντάλλαγμα το τσάκισμα του εργατικού κινήματος, που έκτοτε δεν έχει ορθοποδήσει.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου