Η επιβολή της αυταρχικής εξουσίας της αναρχικής FAI στη Βαρκελώνη


 

Αριστερά ο Μανουέλ Εσκόρσα, ο γενικός δερβέναγας της Βαρκελώνης μέχρι τον Μάη του 1937. Δεξιά το πρωτοπαλίκαρό του, o Αουρέλιο Φερνάντεθ, επικεφαλής των Περιπόλων Ελέγχου, δηλαδή της αστυνομικής δύναμης της Βαρκελώνης που ελεγχόταν στο μεγαλύτερό της μέρος από αναρχικούς της CNT-FAI. Η κύρια αναφορά που υπάρχει στην ελληνική και αγγλόφωνη γραμματεία περί εμφυλίου στους Μανουέλ Εσκόρσα και Αουρέλιο Φερνάντεθ είναι της Πασιονάρια στα απομνημονεύματά της. H Πασιονάρια αναφέρεται στην αυταρχική συμπεριφορά του Φερνάντεθ και των υπασπιστών του σε διπλωματική αποστολή της Ισπανικής Δημοκρατίας, στην οποία η ίδια συμμετείχε, κατά την προσωρινή μετάβασή της από την Καταλονία προς βορειοευρωπαϊκές χώρες στην αρχή του εμφυλίου [22]. Παραθέτουμε απόσπασμα: «Στην Καταλονία του 1936 η διπλωματία δεν είχε καμία πέραση. Τα διπλωματικά διαβατήρια ήταν κουρελόχαρτα. Εκεί διοικούσαν οι εθνοφρουροί της FAI υπό την ηγεσία του αναρχικού Εσκόρσα, που ήταν σακάτης από φυσικού του. Καμπούρης και παράλυτος, μέσα του έκαιγε μονάχα η φλόγα του μίσους για τους κανονικούς ανθρώπους. Ηθελε καθ' εικόνα και ομοίωσή του όλη την υπόλοιπη ανθρωπότητα, καμπούρικη και παράλυτη. Ενας από τους υπασπιστές του, ο Αουρέλιο Φερνάντεθ, ήταν ο εντεταλμένος επί των διαβατηρίων.»

Αμέσως μετά την επιβολή της εξουσίας τους στη Βαρκελώνη, τα στελέχη της CNT-FAI κατήργησαν την Τζενεραλιτάτ (την αυτόνομη κυβέρνηση της Καταλονίας) και το καταλανικό κοινοβούλιο. Συγκρότησαν ετσιθελικά, παραδίδοντας τελεσίγραφο στον πρόεδρο της Τζενεραλιτάτ Κομπάνυς, την Κεντρική Επιτροπή Αντιφασιστικών Πολιτοφυλακών (CCMA), ως κεντρική κυβέρνηση της Καταλονίας. Σε αυτή την επιτροπή κάλεσαν τις οργανώσεις του Λαϊκού Μετώπου να συμμετέχουν με τους εκπροσώπους τους με ψαλιδισμένες και ανούσιες αρμοδιότητες. Η Κεντρική Επιτροπή Αντιφασιστικών Πολιτοφυλακών ουσιαστικά αξιοποιείτο από την αναρχική ηγεσία ως φερετζές, προκειμένου να προσφέρει… αντιφασιστική νομιμοποίηση στις προειλημμένες αποφάσεις των στελεχών της CNT-FAI που είχαν την απόλυτη εξουσία στα χέρια τους. Η - Confederacion National de Trabajo (CNT), στα ελληνικά: Εθνική Συνομοσπονδία Εργασίας, τότε δεν είχε ούτε κατά διάνοια τη σχετική ή απόλυτη πλειοψηφία της καταλανικής κοινωνίας. Η CNT το πολύ να είχε 170.000 μέλη, όταν συνολικά το βιομηχανικό προλεταριάτο της Καταλονίας ήταν 600.000 εργάτες και η Βαρκελώνη είχε συνολικά 1.200.000 κατοίκους [αναφορά 14, εδώ]. Το μεγαλύτερο, όμως, μέρος των όπλων της καταλανικής φρουράς συν των συνταγμάτων της Αραγονίας που δεν έπεσαν στα χέρια των φασιστών, πέρασαν στα χέρια τους. Οπως, είδαμε στο προηγούμενο σημείωμα, τα όπλα αυτά, σύμφωνα με τον χερσονησιακό γραμματέα της FAI, τον Ντιέγκο Αμπάντ ντε Σαντιγιάν, ήταν 90.000 τουφέκια. Μόνο 30.000 περίπου πέρασαν στο μέτωπο στη Αραγονίας. Το μεγαλύτερο τμήμα των υπόλοιπων 60.000 πέρασε στα χέρια των μελών της CNT. Η εξουσία, λοιπόν, της CNT-FAI πήγαζε αποκλειστικά από την κατοχή του μεγαλύτερου μέρους αυτού του οπλοστασίου των 60.000 όπλων που έμεινε στα μετόπισθεν μέχρι τον Μάη του 1937. Αυτό συνέβη γιατί τα μέλη της CNT είχαν την ισχυρότερη δύναμη κρούσης εναντίον των στασιαστών τον Ιούλη του 1936 μες στη Βαρκελώνη.

Το σχέδιο που είχαν προαποφασίσει οι ηγέτες της καταλανικής CNT-FAI στις 21 Ιούλη σε περιορισμένη, ολιγομελή σύνθεση ηγετικών στελεχών, αμέσως μετά το τσάκισμα των στασιαστών και τη συγκέντρωση του μεγαλύτερου οπλοστασίου της καταλανικής φρουράς στις οργανώσεις τους, ήταν η οχύρωση της εξουσίας τους στην Καταλονία πάση θυσία και η επέκταση της πολιτικής τους ηγεμονίας με κατάκτηση θέσεων στους θεσμούς της Ισπανικής Δημοκρατίας, προκειμένου υποτίθεται να προωθήσουν παραπέρα τον «ελευθεριακό κομμουνισμό». Επειδή δεν μπορούσαν να επιβάλουν άμεσα την εξουσία τους σε όλη τη δημοκρατική ζώνη, όπως έκαναν στην Καταλονία, θα έπρεπε να προχωρήσουν βαθμιαία. Για να διευθετήσουν τα ζητήματα που προέκυπταν αναπόφευκτα, λόγω των οικονομικών σχέσεων της Καταλονίας με τις ξένες χώρες και τις κυβερνήσεις τους, θα άφηναν στελέχη της Εσκέρα να ανασυγκροτήσουν την Τζενεραλιτάτ ως βιτρίνα, με αποκλειστική συμμετοχή στελεχών των αστικών ρεπουμπλικανικών κομμάτων, πράγμα που έγινε τέλη Ιούλη. Εντός της κυβέρνησης θα «φύτευαν» δικά τους στελέχη ως διευθυντές και κομισάριους, για να ελέγχουν την κατάσταση. Εμπνευστής του σχεδίου αυτού ήταν το ηγετικό στέλεχος της CNT-FAI Mανουέλ Εσκόρσα ([23]) που θα αποκτούσε στην πορεία δικτατορικές υπερεξουσίες, αναλαμβάνοντας τα ηνία ενός μηχανισμού αυθαίρετων εκτελέσεων και λεηλασίας περιουσιών αστών και μικροαστών σε όλη την Καταλονία, με στόχο τη διατήρηση της εξουσίας της CNT-FAI και τη μελλοντική στρατιωτική αναμέτρηση με τις δυνάμεις του Λαϊκού Μετώπου. Κανείς, βέβαια, δεν μπορεί να αποκλείσει σε αυτές τις πράξεις και ατομικά κίνητρα πλουτισμού.

Στην ίδια συνεδρίαση, ο Γκαρθία Ολιβερ, ένα από τα βασικά στελέχη της νέας φρουράς της CNT που αναδείχθηκε στις σκληρές μάχες με τους γκάνγκστερς των βιομηχάνων της Καταλονίας τη δεκαετία του 20, που δολοφονούσαν μαζικά συνδικαλιστές της CNT, έθεσε εξαρχής δυο επιλογές στο τραπέζι: είτε την επιβολή μιας αναρχικής δικτατορίας, είτε τη συνεργασία με τις άλλες αντιφασιστικές δυνάμεις για τη νίκη επί του φασισμού. Ο ίδιος υπερασπίστηκε την επιβολή μιας αναρχικής δικτατορίας και την ολομέτωπη σύγκρουση με τις δυνάμεις του Λαϊκού Μετώπου, αναφέροντας χαρακτηριστικά τη φράση «να τα ρισκάρουμε όλα» [24], [25]. Ο Ολιβερ ήταν ένας εκ των τεσσάρων αναρχικών υπουργών (οι άλλοι τρεις ήταν: η Φεντερίκα Μοντσένι, ο Χουάν Πεϊρό και ο Χουάν Λόπεθ) που θα συμμετείχαν μερικούς μήνες αργότερα, τον Νοέμβρη του 1936, στην κυβέρνηση Καμπαγιέρο. Ο Ολιβερ, μόλις δυο μήνες νωρίτερα, τον Μάη του 1936, στο Συνέδριο της CNT στη Σαραγόσα είχε προτείνει τη συνεργασία UGT, CNT ([26]) και μαζί με τον Ντουρούτι πρωτοστάτησε στην εκλογική στήριξη του Λαϊκού Μετώπου τον Φλεβάρη του 1936.

Μετά τη συνεδρίαση των στελεχών στις 21 Ιούλη και την διεκπεραιωτική επικύρωση των αποφάσεών της στις 26 Ιούλη σε πλατιά ολομέλεια της CNT, τα πιο σεκταριστικά ηγετικά στελέχη της CNT-FAI, όπως ο Ντιέγκο Αμπάντ ντε Σαντιγιάν, ο Μανουέλ Εσκόρσα, ο Αουρέλιο Φερνάντεθ άρχισαν να συγκεντρώνουν ταχύτατα στα χέρια τους την εξουσία. Ο Γκαρθία Ολιβερ με την Φεδερίκα Μοντσένι, που μετέπειτα συμμετείχαν ως υπουργοί στη κυβέρνηση του Λαϊκού Μετώπου, ευθυγραμμίστηκαν αρχικά με τη σεκταριστική πολιτική, που ήταν ιδιαίτερα επιζήμια για την εξέλιξη του πολέμου. Ο Ντουρούτι ήταν το μοναδικό ηγετικό στέλεχος που ήταν σταθερά προσανατολισμένο στο μέτωπο από την αρχή ως το τέλος. Αλλά το ηγετικό κονκλάβιο θα αδιαφορούσε πλήρως για τις αλλεπάλληλες εκκλήσεις του για την ενίσχυση του μετώπου της Αραγονίας με όπλα. Ο Ντουρούτι ήξερε την αλήθεια, αλλά ο ίδιος δεν αναμετρήθηκε στην αρχή έντονα με τους πειραματισμούς του «ελευθεριακού κομμουνισμού», παρά μόνο ζητούσε συγκράτηση μέχρι να απελευθερωθεί η Σαραγόσα. Εφτασε στα 20 χιλιόμετρα από τη Σαραγόσα και δεν μπορούσε να προχωρήσει γιατί δεν είχε ενισχύσεις και όπλα.

Ο Σαντιγιάν γράφει στο βιβλίο του «Γιατί χάσαμε τον πόλεμο» ([27]):

«Τα παράπονα των μαχητών ήταν συνεχή, αυστηρά και ολοκληρωτικά δικαιολογημένa. Ο Ντουρούτι, όποτε ερχόταν στη Βαρκελώνη και έβλεπε τόσο κόσμο με όπλα στους δρόμους, βρυχιόταν σαν λιοντάρι. Μια μέρα ανακάλυψε ότι υπήρχαν οκτώ ή δέκα πολυβόλα στο Σαμπαντέλ. Τα ζήτησε ευγενικά και το αίτημά του δεν έγινε αποδεκτό. Μετά οργάνωσε μια εκατονταρχία και την έστειλε στο Σαμπαντέλ, για να τα αποκτήσει με τη βία ό,τι δεν  παρέδιδαν εθελοντικά στην πολεμική προσπάθεια οι άνθρωποι με τα πολυβόλα στο Σαμπαντέλ. Εφόσον ο Ντουρούτι μας είπε τι σκόπευε να κάνει, μπορέσαμε φτάσουμε στο Σαμπαντέλ πριν από αυτόν και αποτρέψαμε μια αιματηρή μάχη, αναγκάζοντας τους ανθρώπους στο Σαμπαντέλ να παραδώσουν δυο πολυβόλα, υπό την απειλή ότι αν αρνούνταν θα αντιμετώπιζαν τις δυνάμεις του Ντουρούτι που ήταν καθ’ οδόν.

Αυτά τα πολυβόλα ήταν στα χέρια κομμουνιστικών στοιχείων, αλλά στη Βαρκελώνη υπήρχαν ίσως πενήντα πολυβόλα στα χέρια των δικών μας συντρόφων. Δεν είχαμε τόσα πολυβόλα σε όλο το μέτωπο της Αραγονίας.»

Το Σαμπαντέλ ήταν παλιά προπύργιο της CNT. Το τοπικό συνδικάτο της CNT, όμως, είχε αυτονομηθεί από τη CNT-FAI λόγω της πολιτικής της σεκταριστικής περιχαράκωσης, ειδικά τον Οκτώβρη του 1934 κατά τη διάρκεια της εξέγερσης της Αστούριας όταν η καταλανική CNT απείχε επιδεικτικά από το ενιαίο ταξικό αντιφασιστικό μέτωπο. Μετά το τσάκισμα των στασιαστών τον Ιούλη του 1936, σύντομα η συντριπτική πλειοψηφία των μελών της ομοσπονδίας CNT του Σαμπαντέλ (70%) εντάχθηκε στη Union General de Trabajadores (UGT), στα ελληνικά: Γενική Ενωση Εργαζομένων και αρκετά μέλη και στελέχη της έγιναν κομμουνιστές. Η μαζική ένταξη πραγματοποιήθηκε με ψηφοφορία μετά από συγκέντρωση στην οποία τον λόγο πήραν ο Ολιβερ εκ μέρους της CNT και ο Βιντιέλα εκ μέρους της UGT [28]. Είναι λίγο δύσκολο οι κομμουνιστές του Σαμπαντέλ να κατάφεραν να συγκεντρώσουν 10 πολυβόλα από τα τοπικά Συντάγματα υπό τα άγρυπνα βλέμματα της FAI. Τόσα δεν είχαν τα γραφεία του PSUC τον Μάη του 1937, όταν θα μπορούσαν να αποκτήσουν από την σοβιετική ενίσχυση. Το πιθανότερο είναι ότι ένα ή δυο πολυβόλα το πολύ, αναγκαία απέναντι στη τρομοκρατία ένοπλων αποσπασμάτων της FAI που επιτίθεντο τέλη Ιούλη ασταμάτητα με νυχτερινές επιδρομές στα γραφεία των οργανώσεων του Λαϊκού Μέτωπου και σκότωναν δεκάδες αριστερούς, να παρακρατήθηκαν στα μετόπισθεν για τη φρουρά των γραφείων σε αντεκδικήσεις για προσχώρηση των πρώην αναρχικών του Σαμπαντέλ μαζικά στη UGT και στο PSUC. Δεν αποκλείεται, βέβαια, ο Σαντιγιάν απλώς να ψεύδεται. Δεν μπορεί, όμως, να ψεύδεται για τα 50 πολυβόλα που είχαν παρακρατηθεί στο κέντρο της Βαρκελώνης από τους αναρχικούς. Tόσα και ίσως παραπάνω διέθετε η στρατιωτική φρουρά της Καταλονίας. Ο Σαντιγιάν έγραφε το βιβλίο του ένα χρόνο μετά τη λήξη του πολέμου με προφανή στόχο να απομακρύνει τις ευθύνες από πάνω του για όλα αυτά τα εγκλήματα, με πρώτο και κύριο την απόσυρση της Καταλονίας από το μέτωπο, ένα γεγονός που κάθε σοβαρό άτομο που ασχολείται με την ιστορία και παρατηρεί στη σειρά τα γεγονότα, αμέσως θα αναδείξει ως βασικό λόγο για την προέλαση των φασιστών τους πρώτους οχτώ μήνες του εμφυλίου, παράλληλα με την αβελτηρία του Καμπαγιέρο να προωθήσει τη γενική επιστράτευση. Ο Ντιέγκο δεν περίμενε ότι δεκαετίες μετά οι αστοί ιστορικοί θα φρόντιζαν να δαιμονοποιήσουν τόσο πολύ το κομμουνιστικό κίνημα και την ΕΣΣΔ και να ταΐσουν τον κόσμο με τόσα ψέματα, που δεν θα χρειαζόταν ποτέ να γράψει τίποτα γι’ αυτά τα πράγματα.

Τον Σεπτέμβρη θα ακολουθούσε τον Ντουρούτι και ο Ολιβερ, ρίχνοντας το βάρος της δουλειάς του στο μέτωπο και στην εκπαίδευση στρατιωτικών στελεχών με την ίδρυση δικής του σχολή αξιωματικών. Αργότερα, μετά τον Νοέμβρη, ο Ολιβερ θα διοριζόταν από τον Καμπαγιέρο επικεφαλής όλων των σχολών αξιωματικών, γιατί όπως γράφει ένας από τους κατεξοχήν αντικομμουνιστές φιλοναρχικούς ιστοριογράφους του ισπανικού εμφυλίου, ο Μπερνέτ Μπόλοτεν [29]:

«Αναμφίβολα, ένας από τους κύριους λόγους για την εμπιστοσύνη του Καμπαγιέρο στον αναρχικό ηγέτη ήταν η επιθυμία του να κρατήσει τις σχολές εκπαίδευσης αξιωματικών μακριά από τα χέρια των κομμουνιστών. Ωστόσο, η ανάθεση βοήθησε ελάχιστα τη CNT και την FAI, γιατί οι αναρχοσυνδικαλιστές που εγγράφηκαν στις σχολές ήταν η μειοψηφία, λόγω της αντίστασης από τη βάση του ελευθεριακού κινήματος στη δημιουργία ενός τακτικού στρατού».

Η «αντίσταση της βάσης», όπως θα δούμε, σαν μόνιμη δικαιολογία για όλα τα υπονομευτικά εγκλήματα σε βάρος του λαϊκού επαναστατικού πολέμου κρύβει την γενική απροθυμία του ηγετικού κονκλαβίου της CNT-FAI Καταλονίας να συμμετέχει ενεργά στη κοινή αντιφασιστική υπόθεση, ενεργά στο λαϊκό επαναστατικό πόλεμο και τίποτε άλλο. Στη Μαδρίτη οι αναρχικοί και της βάσης και της ηγεσίας είχαν αποδεχτεί την στρατιωτική πειθαρχία ως αρετή, όχι ως αναγκαίο κακό, έχοντας μάλιστα αργότερα ως πρότυπο τις Διεθνείς Ταξιαρχίες. Ο λόγος ήταν ότι ένιωθαν το βάρος του πολέμου πάνω τους από την πρώτη στιγμή λόγω της πρώτης σημαντικής μάχης του εμφυλίου στη Σιέρα Γουαδάραμα βόρεια της Μαδρίτης, σε αντίθεση με τις πολιτοφυλακές της Αραγονίας που εξαντλούνταν σε αψιμαχίες. Οι εφημερίδες τους και οι ηγέτες τους πρόβαλλαν την ανάγκη να εκπαιδευτούν στρατιωτικά στελέχη για να καλύψουν τις ανάγκες του υπό διαμόρφωση λαϊκού στρατού. Παραθέτουμε από τον αντικομμουνιστή Μπόλοτεν [30]:

«Η Frente Libertario, το όργανο της πολιτοφυλακής των αναρχοσυνδικαλιστών της Μαδρίτης, δήλωσε ότι όλες οι προκαταλήψεις πρέπει να παραμεριστούν και ότι η CNT θα πρέπει να στείλει στις στρατιωτικές ακαδημίες εκπαίδευσης μεγάλο αριθμό συντρόφων, οι οποίοι θα πρέπει να αρχίσουν να βλέπουν ότι το στρατιωτικό επάγγελμα ήταν τόσο τιμητικό και τόσο ουσιαστικό όσο και τα επαγγέλματα με τα όποια απέκτησαν ρόζους στα χέρια τους, προσθέτοντας “ο Λαϊκός Στρατός είναι τώρα υπό διαμόρφωση. Απαιτούνται στρατιωτικοί τεχνικοί και αυτή η ανάγκη, που έχει εθνικό χαρακτήρα, την αισθάνεται ιδιαίτερα η οργάνωσή μας, η οποία πρέπει να παρακολουθεί τη συνεχή ανάπτυξη της δύναμής του.” Η αναρχοσυνδικαλιστική πολιτοφυλακή της Μαδρίτης δεν επηρεάστηκε μόνο από πολιτικούς λόγους μα και από τη δυσκολία του αγώνα γύρω από τη Μαδρίτη, αλλά και με το παράδειγμα των Διεθνών Ταξιαρχιών, των οποίων η αποτελεσματικότερη στρατιωτική οργάνωση σύντομα επιβεβαίωσε την υπεροχή της έναντι του συστήματος της πολιτοφυλακής.»

Μετά την ήττα του Τερουέλ, οι ακραίοι υπονομευτές ηγέτες της FAI, κυριευμένοι από ηττοπάθεια και απελπισία θα προωθούσαν τη μαύρη προπαγάνδα ότι το κομμουνιστικό κόμμα, που είχε φροντίσει να στείλει ασύγκριτα μεγαλύτερο αριθμό στελεχών του να εκπαιδευτούν στις στρατιωτικές σχολές τους πρώτους μήνες του πολέμου -και επόμενο ήταν να έχει πολύ περισσότερους δοκιμασμένους στο πεδίο των μαχών αξιωματικούς στο λαϊκό στρατό- ως απώτερο στόχο είχε να καταλάβει την Ισπανία και ότι δεν είχε νόημα να στηρίζουν οι αναρχικοί άλλο τον επαναστατικό λαϊκό πόλεμο: «είτε έβγαινε νικητής ο Φράνκο, είτε έβγαινε νικήτρια η κυβέρνηση του Λαϊκού Μετώπου, το ίδιο και το αυτό.» Τότε ο ηγέτης της CNT Μαριάνο Βάσκεθ θα τους θύμιζε ότι αυτοί ευθύνονται που δεν έστελναν στελέχη τους πρώτους μήνες στις στρατιωτικές σχόλες και θα τους βούλωνε το στόμα.

Ο Ολιβερ θα παραμεριζόταν από το ηγετικό κονκλάβιο της CNT-FAI γιατί υπό το βάρος των απωλειών εδαφών από τους φασίστες τους δυο πρώτους μήνες του εμφυλίου, ξεκάθαρα άρχισε να απομακρύνεται από τις προγενέστερες σεκταριστικές του θέσεις που εν πολλοίς περιελάμβαναν και την αντίσταση στη στρατιωτική πειθαρχία στις πολιτοφυλακές της Αραγονίας, αλλά τώρα ο ίδιος θα γευόταν τα πικρά αποτελέσματα των θεωριών που ο ίδιος είχε καλλιεργήσει στο παρελθόν. Τέλη Αυγούστου άρχισε να προβάλλει έντονα την ανάγκη για συνεργασία με την κυβέρνηση του Λαϊκού Μετώπου [31], [32]. Οι απόφοιτοι της σχολής του Ολιβερ δεν θα γίνονταν ποτέ δεκτοί στο μέτωπο της Αραγονίας από τους αναρχικούς ηγήτορες των πολιτοφυλακών. Θα δέχονταν συνεχώς επιθέσεις και εξευτελισμούς. Ο Ολιβερ έγραφε [29]:

«Οταν στείλαμε υπολοχαγούς να βοηθήσουν τους ηγέτες της πολιτοφυλακής μας της CNT, οι οποίοι σε αυτή σε αυτή την περίοδο ήταν ακόμη αντίθετοι με τη στρατιωτικοποίηση, τους έβαζαν να σκάβουν χαρακώματα με το φτυάρι για να τους ταπεινώσουν»

και προσέθετε αιχμηρά

«Μετά την πτώση του Λάργκο Καμπαγιέρο (σ.σ.: αμέσως μετά τα γεγονότα του Μάη του 1937), όταν η CNT δεν ήταν πλέον στην κυβέρνηση και όταν η στρατιωτικοποίηση προωθήθηκε, αυτοί οι ίδιοι σύντροφοι που είχαν ταπεινώσει προηγούμενα τους υπολοχαγούς, έδειξαν πολύ έντονο ενδιαφέρον για την κατάκτηση των ανώτερων βαθμίδων του στρατού της Δημοκρατίας.».

Μα τότε ο βασκικός Βορράς είχε χαθεί και πλέον η στρατιωτική πειθαρχία ήταν ζήτημα ζωής και θανάτου για τους ίδιους τους αναρχικούς της Καταλονίας. Γιατί οι φασίστες της Αραγονίας, πλέον, είχαν ένα ισχυρό οπλοστάσιο ενισχυμένο από τους ιταλούς και γερμανούς εισβολείς και αργά ή γρήγορα θα το έστρεφαν εναντίον της Καταλονίας.

Επικεφαλής της Δημόσιας Τάξης της Καταλονίας στην Κεντρική Επιτροπή Αντιφασιστικών Πολιτοφυλακών και της επίσημης αστυνομικής δύναμης, τα λεγόμενα Περίπολα Ελέγχου, ήταν ο ηγέτης της CNT-FAI Αουρέλιο Φερνάντεθ. Πάνω από τον Φερνάντεθ, ο Μανουέλ Εσκόρσα διοικούσε τις «Υπηρεσίες Ερευνας» της FAI ένα όργανο που συντόνιζε τις αναρίθμητες στρατιωτικές επιτροπές των ένοπλων αναρχικών που λυμαίνονταν τα μετόπισθεν. Ο μηχανισμός αυτός αφαιρούσε περιουσίες από αστούς και μικροαστούς της Βαρκελώνης με τρομοκρατία και εκβιασμούς, χρήματα, πολύτιμα κοσμήματα, που κατέληγαν στις τσέπες «ημετέρων» αναρχικών ή χαρτοφυλάκια σε ξένες χώρες. Αφαιρούσε τεράστια ποσά είτε για την έκδοση διαβατηρίων σε πλούσιους δεξιούς που ήθελαν να φύγουν από τη Βαρκελώνη σώοι και αβλαβείς, ή παρείχε με το αζημίωτο πιστοποιητικά αντιφασιστικής νομιμοφροσύνης σε δεξιούς και ακροδεξιούς που ήταν πρόθυμοι να καταβάλουν το αντίτιμο του εκβιασμού. Ο μηχανισμός του Εσκόρσα συντονιζόταν με τον μηχανισμό του Φερνάντεθ. Τα όργανα που έλεγχαν είχαν μετατραπεί σε πόλο έλξης ποινικών και άλλων λούμπεν στοιχείων που επιδίδονταν νυχθημερόν σε πλιάτσικο στην επικράτεια της Καταλονίας και της Αραγονίας.

Ο αναρχικός ιστοριογράφος Γκιγιαμόν παραδέχεται τα εξής στο βιβλίο του «Οδοφράγματα στη Βαρκελώνη» ([33]):

«Ο Αουρέλιο Φερνάντεθ συνεργαζόταν πολύ στενά με τον Μανουέλ Εσκόρσα, τον πραγματικό υπεύθυνο λήψης αποφάσεων, ο οποίος διεύθυνε, συντόνιζε και ενημέρωνε τους άλλους αξιωματούχους της "αστυνομίας" της CNT: τον Χοσέ Ασένς, τον εκπρόσωπο των Περιπόλων Ελέγχου και τον Διονίσιο Ερόλες, τον Γραμματέα του Συμβουλίου των Εργατών Στρατιωτών, ένα ίδρυμα που δημιουργήθηκε για να καθαρίσει το στρατό και την αστυνομία από στοιχεία των οποίων η πίστη ήταν αμφίβολη.»

Επιπλέον ο Γκιγιαμόν γράφει [34]:

«Ο Μανιουέλ Εσκόρσα δελ Βαλ διηύθυνε τις Υπηρεσίες Ερευνας και Πληροφοριών της CNT-FAI, δηλαδή ένα όργανο που δεν υπαγόταν στην αρμοδιότητα της Κεντρικής Επιτροπής Αντιφασιστικών Πολιτοφυλάκων, αλλά των περιφερειακών επιτροπών της CNT και της FAI, με άλλα λόγια, ήταν ένα ελευθεριακό ίδρυμα, που σύμφωνα με την πρόταση που υπέβαλε ο Εσκόρσα στην ολομέλεια της 21ης Ιούλη συνιστούσε την απόπειρα δημιουργίας αυτόνομης και ανεξάρτητης ένοπλης δύναμης που θα ήταν ικανή να "σχολάσει" κάποια μέρα την κυβέρνηση της Τζενεραλιτάτ. Το κεντρικό περίπολο έρευνας, το οποίου τελούσε υπό την εξουσία του, καθιστούσε το Σαν Ελίας, το οποίο ήταν ήδη κεντρική φυλακή για όλα Περίπολα Ελέγχου σε ένα φρούριο, ένα κέντρο εξουσίας, ένα γενικό στρατώνα και το αρχηγείο του δικαστηρίου των Περιπόλων.»

Οι «Υπηρεσίες Ερευνας και Πληροφοριών της CNT-FAI» δεν ήταν τίποτα άλλο από ένα όργανο τρομοκρατίας και αυταρχικής επιβολής της FAI προκειμένου να διατηρεί με τη βία τα προνόμια των αναρχικών καπετανάτων στην Βαρκελώνη και ταυτόχρονα να ευθυγραμμίζει όλες τις συνδικαλιστικές οργανώσεις βάσης της CNT με την κεντρική πολιτική των ηγετών της FAI.

Κόντρα στη διαδεδομένη αναρχική μυθοπλασία που γίνεται σκόνη και στο πιο δύσπιστο από όσα αναγκάζεται να παραδεχτεί ο αναρχικός ιστοριογράφος Γκιγιαμόν, τα Περίπολα Ελέγχου ήταν ένοπλες δυνάμεις αποσπασμένες από την παραγωγή. Δεν ήταν κάποιοι εργάτες σε εργοστάσια που δούλευαν με το όπλο παραπόδα. Το χειρότερο δε, ήταν ότι τα μέλη των Περιπόλων Ελέγχου έπαιρναν ως μισθό 10 πεσέτες, όσες ακριβώς έπαιρνε και ένας πολιτοφύλακας στη πρώτη γραμμή του πυρός.

Παραθέτουμε απόσπασμα από τον Γκιγιαμόν [35]:

«Οι μισθοί των μελών των Περιπόλων Ελέγχου, δέκα πεσέτες την ημέρα, καταβάλλονταν από την Τζενεραλιτάτ.»

Με το όνειδος αυτό αναμετρήθηκαν αμέσως οι κομμουνιστές. Αλλά ο Καμπαγιέρο δεν ήθελε με τίποτα να τα χαλάσει με τους αναρχικούς. Δέσμιοι του πολιτικάντικου σεκταρισμού τους οι καμπαγιεροϊκοί καθώς και η πλειοψηφία των αναρχικών ηγετών δεν συναισθάνονταν τον κίνδυνο του φασισμού. Είχαν επαναπαυτεί στις δάφνες της πρώτης νίκης και δεν συνειδητοποιούσαν τι έρχεται. Γι’ αυτό άλλωστε όταν οι φασίστες έφτασαν έξω από τη Μαδρίτη, εξαφανίστηκαν προς στη Βαλένθια. Θα δούμε σε επόμενο σημείωμα, ότι η ηγεσία της Τρίτης Διεθνούς από την πρώτη στιγμή τον Ιούλη του 1936, μέσω του Ντιμιτρόφ, έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου στους ισπανούς κομμουνιστές να μην παρασυρθούν από τους τυχοδιωκτικούς πειραματισμούς στα μετόπισθεν και να προσανατολιστούν στο τσάκισμα των στασιαστών και ότι η ιστορία δεν είχε τελειώσει, μόλις άρχιζε.

O σοβιετικός πρόξενος στη Βαρκελώνη Aντόνοφ Οφσένκο έγραφε σε εμπιστευτική του επιστολή στα αρμόδια όργανα της ΕΣΣΔ στις 14 Οκτώβρη του 1936 [36]:

«O Καμπαγιέρο εφάρμοσε μια απολύτως παράλογη αποζημίωση για την πολιτοφυλακή- δέκα πεσέτες την ημέρα, πέρα από τα τρόφιμα και τη στέγαση. Οι εργάτες γης στην Ισπανία κερδίζουν δυο πεσέτες την ημέρα και αισθάνονται πολύ καλά με τον μισθό των πολιτοφυλάκων στα μετόπισθεν, δεν θέλουν να πάνε στο μέτωπο. Με αυτόν τον τρόπο, εισήχθη ο εξισωτισμός. Μόνο επαγγελματίες αξιωματικοί λαμβάνουν μεγαλύτερο μισθό. Μια πρόταση που έγινε προς τον Καμπαγιέρο να πληρώνονται οι στρατιώτες στα μετόπισθεν πέντε πεσέτες και μόνο οι στρατιώτες στο μέτωπο δέκα, απορρίφθηκε »

Την περίοδο της απόλυτης κυριαρχίας του Αουρέλιο Φερνάντεθ, ένοπλα λούμπεν και άλλα ποινικά στοιχεία με μόνη ιδεολογία την τσέπη τους, οχυρωμένα πίσω από τις εκατοντάδες ένοπλες αναρχικές επιτροπές που κρατούσαν το οπλοστάσιο της καταλανικής φρουράς, επιδίδονταν κάθε βράδυ σε όργιο τρομοκρατίας, στήνοντας ενέδρες και σκοτώνοντας για αντεκδικήσεις, λεηλασίες, προσωπικό πλουτισμό κτλ… Κάθε πρωί εμφανίζονταν πτώματα σε δρόμους της Βαρκελώνης.

Αν δέκα από αυτά τα λουμπεναριά, που αμαύρωναν κάθε έννοια επαναστατικής δικαιοσύνης, τη στιγμή που οι στασιαστές είχαν συντριβεί, στήνονταν στο εκτελεστικό απόσπασμα μέρα μεσημέρι στη κεντρική πλατεία της Βαρκελώνης με το όνομά τους σε αφίσες και εφημερίδες της πόλης, το πλιάτσικο, οι στυγερές δολοφονίες θα είχαν τελειώσει. Η συντήρηση του οργίου της τρομοκρατίας, όμως, ήταν συνειδητή επιλογή του κονκλαβίου της CNT-FAI προκειμένου να σταθεροποιήσει και να επεκτείνει την εξουσία του. Υπήρξαν και εκτελέσεις που πραγματοποίησε ο μηχανισμός του Εσκόρσα σε βάρος αναρχικών που είχαν ξεφύγει από τις εντολές τους, αλλά αυτοί δεν πέρασαν από κάποιο επαναστατικό δικαστήριο, αποχώρησαν από τον «μάταιο» τούτο κόσμο νύχτα, όπως και τα θύματά τους για να μην αποκαλυφθούν δημόσια τα αίσχη των ηγετών της CNT-FAI. Ενας από αυτούς ήταν ο διαβόητος Χοσέ Γαρδενιάς [37]. Το πτώμα του βυθίστηκε στα περίχωρα της Βαρκελώνης. Ο Γαρδενιάς, υπεύθυνος για ληστείες σε μια μεγάλη χρονική διάρκεια από το 18 έως το 31, παρότι είχε εκδιωχθεί αρχές του 30 από το αναρχικό κίνημα, είχε κατορθώσει να γίνει μέλος των Περιπόλων Ελέγχου και να έχει την εύνοια τμήματος της βάσης αλλά και της ηγεσίας των αναρχοσυνδικαλιστών, αποπνέοντας τη φιγούρα ενός αδιάλλακτου παράνομου πιστολέρο προς όφελος δήθεν της επαναστατικής απαλλοτρίωσης. Ο λόγος της εκτέλεσής του ήταν ότι ο ίδιος και η συμμορία του που δρούσε μέσα από την ασυλία των Περιπόλων Ελέγχου, αφαιρούσαν πολύτιμα κοσμήματα από τις έρευνες που πραγματοποιούσε σε σπίτια για δικό τους όφελος.

O αναρχικός ιστοριογράφος Γκιγιαμόν, που δεν μπορεί να κρύβει πια αυτά τα αίσχη, παρουσιάζει το εξής στόρυ: στην αρχή παρότι τα λίγα στελέχη της CNT-FAI αποφάσιζαν για όλα και η περιφερειακή επιτροπή της CNT απλώς συγκαλείτο σε ολομέλεια για την διεκπεραιωτική επικύρωση των άνωθεν αποφάσεων (τα γράφει αναλυτικα στο βιβλίο του «Οδοφράγματα στη Βαρκελώνη»), ενώ τα σχέδια για την στρατιωτική αναμέτρηση με τους στασιαστές είχαν καταστρωθεί από συγκεκριμένα ηγετικά στελέχη (π.χ. η εγκληματική επιλογή να αφήσουν τους στασιαστές να βγουν από τα στρατόπεδά τους και να πιάσουν θέσεις μάχης μέσα στην πόλη της Βαρκελώνης είχε τη σφραγίδα της ηγεσίας [38]. Στην Μαδρίτη, υπό τη στενή πίεση των κομμουνιστών στις αρμόδιες κοινές επιτροπές του Λαϊκού Μετώπου, ξημερώματα 19 Ιούλη όλα τα στρατόπεδα ήταν περικυκλωμένα από εργάτες που είχαν ελάχιστα όπλα στη διάθεσή τους. Αυτους τους εργάτες τους βλέπουμε και στη φώτο της πρώτης ανάρτησης ξημερώματα να παίρνουν θέση έξω από τα στρατόπεδα πριν γίνουν οι συμπλοκές. Οι στασιαστές δεν πρόλαβαν να βγουν έξω από τα στρατόπεδα, πολιορκήθηκαν αμέσως και ηττήθηκαν με ασύγκριτα λιγότερες απώλειες εργατών), και οι δυνάμεις κρούσης που έλαβαν και τελικά τα όπλα των στρατώνων στα χέρια τους ακολούθησαν καθαρά διαταγές ανωτέρων τους, τελικά η εξουσία διαχύθηκε στα χέρια του καθένα που… έτυχε να έχει όπλο . Ας απολαύσουμε το ερμηνευτικό σχήμα του Γκιγιαμόν [39]:

«Η εξατομίκευση της εξουσίας (σ.σ.: στο πρωτότυπο γράφει τhe atomization of power), ο περιορισμός των δυνάμεων δημόσιας τάξης στους στρατώνες τους (σ.σ.: εννοεί τους Ασάλτος και τα μέλη της Γουάρδια Θιβίλ που συμμετείχαν από την αρχή στην κατάπνιξη της στρατιωτικής ανταρσίας και οι αναρχικοί τους άφησαν μετά τη μεσολάβηση της Εσκέρα να γυρίσουν στους στρατώνες τους, αφού τους αφόπλισαν. Στη συνέχεια δεκάδες απ’ αυτούς εξοντώθηκαν από αναρχικούς, εξαγριώνοντας τον Κομπάνυς που άρχισε να ζητά επιτακτικά τη συγκρότηση μιας ενιαίας αστυνομικής δύναμης χωρίς καπετανάτα τον Μάρτη του 1937) και η απουσία του ελέγχου και του συντονισμού από την πλευρά της CCMA, είχε ως αποτέλεσμα η Βαρκελώνη να γνωρίσει ένα κύμα λεηλασιών και τρόμου, ως φυσική συνέχεια των οδομαχιών εναντίον της στρατιωτικής στάσης. Ηταν ένα είδος προέκτασης του κοινωνικού πολέμου στον οποίο ιερείς, αστοί και δεξιοί, ήταν εχθροί που έπρεπε να κυνηγηθούν και να σκοτωθούν από τις περιπολίες των ενόπλων ανδρών, που δεν υπόκεινταν σε καμία εξουσία, που αμύνθηκαν οι ίδιοι απέναντι στις επιθέσεις των ελεύθερων σκοπευτών για μια ολόκληρη βδομάδα»

Ο Γκιγιαμόν δεν γράφει κάτι πρωτότυπο. Επαναλαμβάνει απλώς το αφήγημα του Ολιβερ και άλλων στελεχών της FAI που ήθελαν να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα για την πρωταρχική τους εγκληματική ανοχή σε αυτά τα φαινόμενα. Παραθέτουμε από Μπόλοτεν [40]:

«”Ο καθένας δημιούργησε τη δική του δικαιοσύνη και την απονομή μόνος του”, δήλωνε ο Χoυάν Γκαρθία Όλιβερ, κορυφαίος αναρχικός που έγινε Υπουργός Δικαιοσύνης τον Νοέμβρη του 1936. “Κάποιοι το έλεγαν αυτό: να παίρνω ένα άτομο βόλτα [paseo] (σ.σ.: η μαφιόζικη αργκό της απαγωγής και της στυγερής δολοφονίας αμάχων, στα ισπανικά “paseo”), αλλά υποστηρίζω ότι ήταν η δικαιοσύνη που απονεμήθηκε απευθείας από το άτομα σε πλήρη απουσία των τακτικών δικαστικών οργάνων.”»

Ο Ντιέγκο Αμπάντ ντε Σαντιγιάν δήλωνε ανοιχτά τα εξής [41]:

«Δεν θέλουμε να αρνηθούμε, ότι η 19η Ιούλη έφερε μαζί της την υπερχείλιση των παθών και των καταχρήσεων, ένα φυσικό φαινόμενο της μεταφοράς της εξουσίας από τα χέρια των προνομιούχων στα χέρια του λαού. Είναι πιθανό ότι η νίκη μας είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο με τη βία τεσσάρων ή πέντε χιλιάδων κατοίκων της Καταλονίας που ήταν καταγεγραμμένοι ως δεξιοί και συνδέονταν με την πολιτική ή την εκκλησιαστική αντίδραση. Αλλά αυτή η αιματοχυσία είναι η αναπόφευκτη συνέπεια μιας επανάστασης, η οποία, παρόλα τα εμπόδια σαρώνει σαν πλημμύρα και καταστρέφει τα πάντα στο πέρασμά της, μέχρι σταδιακά να χάσει την ορμή της.»

Ο μηχανισμός του «συμβούλου» (δηλαδή του υπουργού) της Δημόσιας Τάξης στην Κεντρική Επιτροπή Αντιφασιστικών Πολιτοφυλακών του Αουρέλιο Φερνάντεθ που συγκροτήθηκε τον Αύγουστο συνέχισε να ανέχεται αυτή την κατάσταση και συμμετείχε στο πλιάτσικο και στις ενέδρες. Η πρωταρχική σύνθεση των Περιπόλων Ελέγχου όπως δημόσια ανακοινώθηκε κατά την ίδρυσή τους, ήταν κατά το 50% αναρχική, αλλά περιελάμβανε την πρώτη βδομάδα μόνο 700 άτομα. Πέρα ότι αυξήθηκαν και οι αναρχικοί είχαν πολύ περισσότερο κόσμο τις επόμενες βδομάδες, γύρω από τα αναρχικά Περίπολα Ελέγχου υπήρχαν εκατοντάδες αναρχικές επιτροπές με όπλα, ανάμεσά τους και μηχανοκίνητες ομάδες που με την συγκατάθεση του Αουρέλιο Φερνάντεθ είχαν μετατραπεί σε σουρωτήρι από ποινικούς, που λυμαίνονταν όλη την Καταλονία.

Παραθέτουμε διαφωτιστικό απόσπασμα από το βιβλίο του Πολ Πρέστον «Ισπανικό Ολοκαύτωμα» [42]:

«..τα ένοπλα μέλη των περιπόλων αποτελούνταν από ένα μείγμα από εξτρεμιστές δεσμευμένοι για την εξάλειψη της παλιάς αστικής τάξης και ορισμένων πρόσφατα απελευθερωμένων κοινών εγκληματιών. Κυρίως, ενεργούσαν αυθαίρετα, ερευνώντας και συχνά λεηλατώντας σπίτια, συλλαμβάνοντας άτομα που καταγγέλλονταν ως δεξιοί και συχνά τους σκότωναν. Ως αποτέλεσμα, στις αρχές Αυγούστου, πάνω από πεντακόσια άμαχοι είχαν δολοφονηθεί στη Βαρκελώνη. […] »

«Μερικές φορές, όταν οι επιτροπές άμυνας συγκεκριμένων περιοχών ήθελαν να πραγματοποιήσουν κάποια εγκληματική πράξη, θα φρόντιζαν αυτές να πραγματοποιούνται από περιπολίες από άλλες πόλεις σε αμοιβαία βάση. Ενα λεγόμενο “αυτοκίνητο φάντασμα” θα έφτανε από μια γειτονική πόλη ή περιοχή εφοδιασμένο με μαύρες λίστες, οι οποίες θα μπορούσαν να παρέχουν τα τοπικά μέλη. Αυτό εξηγεί την ατιμωρησία με την οποία ενεργούσαν οι ξένοι που έρχονταν για να κάψουν μια εκκλησία, και να συλλάβουν ή να σκοτώσουν ντόπιους.»

«Υπήρχαν πολλές μηχανοκίνητες ομάδες ή ταξιαρχίες των οποίων τα οχήματα αντανακλούσαν την τάση της FAI για πολυτελείς διασκεδάσεις. Είχαν συχνά επικεφαλής άνδρες με ποινικό μητρώο, συνήθως για ένοπλη ληστεία, που διορίζονταν από τον Αουρέλιο Φερνάντεθ. Μεταξύ των πιο περίφημων ήταν ο σημαντικός ληστής τραπεζών Tζοακίμ Αουμπί (Joaquim Aubí), γνωστός και ως «El Gordo», ο οποίος οδηγούσε το αυτοκίνητο-φάντασμα της Badalona. Ο Josep Recasens i Oliva, γνωστός και ως «El Sec de la Matinada», του οποίου η ομάδα ενεργούσε στην Ταραγόνα. Ο Jaume Martí Mestres από τη Mora la Nova, του οποίου η ομάδα δραστηριοποιήθηκε στα χωριά κατά μήκος της όχθης του ποταμού Εμπρο».
 
Ενα από τα ειδεχθή, μαφιόζικα εγκλήματα της συμμορίας του Φερνάντεθ που αποκαλύφθηκε, ήταν οι μαζικές δολοφονίες μελών του τάγματος των Μαριανών Αδελφών, αφού πρώτα τους είχε πάρει λύτρα και τους είχε υποσχεθεί ότι με τη βοήθεια των φρουρών του θα περνούσαν τα σύνορα προς τη Γαλλία.
 
Ο ιστοριογράφος Γκιγιαμόν το αποδέχεται. Γράφει συγκεκριμένα [43]:

«Στις 2 Οκτώβρη του 1936, ο Αουρέλιο Φερνάντεθ έλαβε την πρώτη πληρωμή των 100.000 φράγκων για τη διάσωση των μελών του τάγματος των Μαριανών Αδελφών, με την υπόσχεση ότι θα τους επέτρεπε να περάσουν τα σύνορα. [..] Στις 9 Οκτώβρη, του 1936, ο Αουρέλιο Φερνάντεθ και ο Αντόνιο Ορντάθ ( Antonio Ordaz) συνέλεξαν 100.000 φράγκα, ως τη δεύτερη και τελευταία πληρωμή για την διάσωση των Μαριανών Αδελφών, η οποία καταβλήθηκε στη Βαρκελώνη από τον ανώτερο του τάγματος των Μαριανών στη Γαλλία. Την προηγούμενη μέρα (8 Οκτώβρη) 42 μέλη των Μαριανών πυροβολήθηκαν. Η διάσωση είχε μετατραπεί σε αστυνομική παγίδα. […] Ωστόσο, η δολοφονία αυτών των σαράντα δύο Μαριανών Αδελφών ήταν μια περιττή και άχρηστη δράση, η οποία επηρέασε το κύρος της ίδιας της επαναστατικής διαδικασίας. Σήμερα γνωρίζουμε ότι οι 42 μοναχοί είχαν πυροβοληθεί με την προσωπική και αυθαίρετη απόφαση του Αντόνιο Ορντάθ, σε μια σαφή αντίθεση με τα συνθήματα της Οργάνωσης. ».

Εντουάρδο Μπαριομπέρο

 

Και το βαρέλι δεν έχει πάτο. Στις 28 Αυγούστου το πόστο διοίκησης της Oficina Juridica στη κυβέρνηση Κασανόβας ανέλαβε ο τυχοδιώκτης καριερίστας, δικηγόρος στο επάγγελμα, αναρχικός Εντουάρδο Μπαριομπέρο (Eduardo Barriobero) [44]. Ο Μπαριομπέρο δήλωνε ότι όλα τα εγκλήματα οφείλονταν αποκλειστικά στις κοινωνικές συνθήκες. Στις πρώτες πράξεις του συγκαταλέγεται το κάψιμο του δικαστικού υλικού για τις υποθέσεις των δικαστηρίων πριν τις 19 Ιουλίου στο κεντρικό δικαστικό μέγαρο της Βαρκελώνης. Την ίδια στιγμή ο Μπαριομπέρο διατυμπάνιζε προς όλες τις κατευθύνσεις ότι δεν αξίωνε μισθό για τις υπηρεσίες του. Πίσω από τις ψευτοεπαναστατικές πράξεις του, όμως, όπως το κάψιμο των δικαστικών αρχείων, που δεν αφορούσαν μόνο πολιτικές υποθέσεις, αλλά και ποινικές, ο Μπαριομπέρο εκμεταλλεύτηκε τη δύναμη της εξουσίας του για να συγκροτήσει ένα δίκτυο εκβιαστών που απαιτούσαν από μικροαστούς, αστούς και δεξιούς να τους παραδώσουν τις περιουσίες τους με αντάλλαγμα την απαλλαγή τους από δικαστικές υποθέσεις, μελλοντικές διώξεις και την εξασφάλισή… πιστοποιητικών αντιφασιστικών φρονημάτων. Λεφτά και χρυσαφικά κατέληγαν στη τσέπη του Μπαριομπέρο και των συνεργών του, μέλη της CNT και της FAI, και μεταφέρονταν σε ξένες τράπεζες στη Γαλλία.

Εξήντα αναρχικοί πολιτοφύλακες βρίσκονταν στη μισθοδοσία του Υπουργείου. Ο Μπαριομπέρο συνεργαζόταν στενά με τον Μανιουέλ Εσκόρσα, τον Αουρέλιο Φερνάντεθ και τον Ντιονίσιο Ερόλες, δηλαδή τα αφεντικά των Περιπόλων Ελέγχου και συνόρων της Καταλονίας. Το σκάνδαλο αποκαλύφθηκε μέσα Σεπτέμβρη, όταν η σύζυγός του Μπαριομπέρο συνελήφθη στη Μαδρίτη να παρέχει με το αζημίωτο κρησφύγετο σε εφτά φαλαγγίτες. Ο Μπαριομπέρο αρνήθηκε ότι γνώριζε οτιδήποτε για την υπόθεση. Το έγκλημα αποκαλύφθηκε την περίοδο που ο Νιν, ο ηγέτης των τροτσκιζόντων του POUM και πολιτικά σύμμαχος των αδιάλλακτων φαϊστών ήταν υπουργός δικαιοσύνης της Τζενεραλιτάτ. Η δίωξη που ασκήθηκε με την δική του συγκατάθεση οδήγησε τον Μπαριομπέρο και τους δυο συμβούλους του στο Υπουργείο, τους αναρχικούς συνεργούς του, μέλη της FAI, τον Χοσέ Μπατγιέ (José Batllé i Salvat) και τον Αντόνιο Δεβέσα (Antonio Devesa i Bayona) στη φυλακή. Στην ανάκριση αποκαλύφθηκε ότι μετέφεραν την λεία που αποσπούσαν από τα θύματά τους σε ξένες τράπεζες στη Γαλλία.

Θα επανέλθουμε στα ανδραγαθήματα αυτών των μεγάλων ανδρών της CNT-FAI, τόσο… μεγάλων που οι περισσότεροι αστοί ιστορικοί φρόντισαν να σβήσουν την ίδια την ύπαρξή τους στα ιστορικά εγχειρίδια έστω με αρνητική αναφορά. Αυτά που περιέγραφε ο Οργουελ στο αντισοβιετικό του λίβελλο «1984», τα εφήρμοσε πρώτος ο ίδιος στον ιστορικό του λίβελλο «Προσκύνημα στην Καταλονία» και ακολούθως οι διαδεδομένοι αστοί ιστορικοί που ασχολήθηκαν με τον ισπανικό εμφύλιο. Οι ιστορικοί, ειδικά της Γηραιάς Αλβιώνας έχουν ξεσηκώσει ολόκληρο σαματά για φωτογραφίες σε κάποια άλμπουμ ορισμένων επετειακών σοβιετικών εκδόσεων που παλιότερα σοβιετικά ηγετικά στελέχη, όπως ο Γιέζοφ ή ο Τρότσκι, εξαφανίζονταν με τεχνικές φώτοσοπ της εποχής. Δεν εξαφανίστηκαν ποτέ αυτοί, όμως, από τα σοβιετικά ιστορικά εγχειρίδια. Ο υπονομευτικός τους ρόλος τονίστηκε και περιγράφηκε. Αντιθέτως, οι υποκριτές και φαρισαίοι ιστορικοί του βρετανικού στέμματος που μας διδάσκουν με τη μύτη ψηλά και το δάκτυλο σηκωμένο, ταυτίζοντας τον κομμουνισμό με τον ναζισμό, εξωραίζοντας την εμπρηστική παρακίνηση των Ναζί προς ανατολάς από τις κυβερνήσεις Μπάλντουιν και Τσάμπερλεν, έχουν εξαφανίσει από την ιστορία τους γενικούς κουμανταδόρους των αναρχικών στη Βαρκελώνη, παρουσιάζοντας την επιβολή της αυταρχικής εξουσίας των ένοπλων αποσπασμάτων της CNT-FAI ως έναν «αυθόρμητο» ξεσηκωμό των μαζών που ήλεγχαν ανέμελα τα εργοστάσια και την αγροτική οικονομία. Κι ο λόγος είναι προφανής, έπρεπε να προσεταιριστούν την έτερη πρωταγωνιστική πλευρά στο έδαφος της δημοκρατικής ζώνης σε βάρος των κομμουνιστών που με συνέπεια πολεμούσαν τους πολιτικούς εκπροσώπους των μεγάλων βιομηχάνων, των τραπεζιτών και των φεουδαρχών: τους φασίστες. Γιατί ο βασικός τους εχθρός ήταν αυτός που απειλούσε πραγματικά την εξουσία των αστών κα των αριστοκρατών: οι κομμουνιστές.

Αμέσως μετά το τσάκισμα των στασιαστών, οι τα ένοπλα αποσπάσματα της FAI άρχισαν τις δολοφονικές επιθέσεις σε μέλη της UGT και του νεοϊδρυθέντος PSUC με καθαρό σχέδιο να σταματήσουν με άγρια τρομοκρατία την στρατολόγηση νέων μελών από την εργατική τάξη της Βαρκελώνης. [45].

Δημόσια τα στελέχη της CNT-FAI από τη Solidarid Obrera απέδιδαν τις δολοφονικές αυτές επιθέσεις, όπως και το συνολικό όργιο της τρομοκρατίας από τις αναρχικές επιτροπές σε ανεξέλεγκτα στοιχεία, τους “uncontrollados”. Μα οι “uncontrolados”, δηλαδή οι «ανεξέλεγκτοι» στα ισπανικοί, ήταν αυτοί που είχαν τα όπλα των καταλανικών συνταγμάτων από την ξεκάθαρα κάθετα οργανωμένη δύναμη της CNT-FAI που οργάνωσε την αναρχική δύναμη πυρός ενάντια στους στασιαστές στρατιωτικούς και συγκρότηση την Κεντρική Επιτροπή των Αντιφασιστικών Πολιτοφυλακών. Κι, όμως, αυτή η απύθμενη υποκρισία δεν στηλιτεύεται από τους πλατιά διαδεδομένους αστούς ιστορικούς, τα βιβλία των οποίων κυκλοφορoύν κατά εκατομμύρια σε όλη τη Δύση (π.χ. Χιου Τομας και Αντονι Μπίβορ) και ο λόγος είναι προφανής. Ο στόχος των τελευταίων είναι δαιμονοποίηση του κομμουνιστικού κινήματος πάση θυσία και σε αυτή την κατεύθυνση ακόμη και τα πιο ειδεχθή εγκλήματα σε βάρος των κομμουνιστών θα κρυφτούν. Να, όμως, που υπάρχουν και αστοί ιστορικοί που μετά το πέρασμα του ψυχροπολεμικού κλίματος (δεν υπάρχει πια η ΕΣΣΔ) βγαίνουν να πουν την αλήθεια, ανάμεσά τους, ο βρετανός αστός ιστορικός Πολ Πρέστον [46]:

«Τα θύματα των αναρχικών περιελάμβαναν επίσης τον πρόεδρο της UGT στο λιμάνι της Βαρκελώνης, τον Ντεσιδέριο Τρίγιας Μάϊνε, ο οποίος σκοτώθηκε από πυροβολισμό στις 31 Ιούλη μαζί με άλλους δυο, όλοι μέλη του PSUC. Η δικαιολογία που χρησιμοποιήθηκε ήταν ότι έχοντας τη δυνατότητα να επιλέξει ποιος θα εργαστεί στο λιμάνι ευνοούσε τα μέλη της UGT. Στη πραγματικότητα, το κίνητρο είχε να κάνει περισσότερο με την αντίθεσή του σε απεργία της CNT τον Ιανουάριο του 1934. Στη συνέχεια σε ένα χωριό κοντά στο Μπαρμπάστρο στην Ουέσκα, 25 μέλη της UGT δολοφονήθηκαν σε ενέδρα. Στο Moλίνς ντε Ρέϊ (Molins de Rei) κοντά στη Βαρκελώνη, οι εργαζόμενοι σε ένα κλωστοϋφαντουργικό εργοστάσιο ξεκίνησαν απεργία για να διαμαρτυρηθούν για τις αυθαίρετες απολύσεις της επιτροπής της FAI. Μια αντιπροσωπεία που προσπάθησε να μεταφέρει τις καταγγελίες των εργαζομένων στη Βαρκελώνη απομακρύνθηκε με τη βία από το τρένο. Εκείνοι που κατάφεραν να διαφύγουν ήταν πολύ φοβισμένοι για να επιστρέψουν. »

O κομμουνιστής Αντόνιο Λόπεθ Ραϊμούντο, πρόεδρος του Συνδικάτου των τραπεζοϋπαλλήλων της UGT δολοφονήθηκε από αναρχικούς φαϊστές στις 22 Ιουλίου στη πόλη Θάϊδεν (Zaiden), όταν προετοιμαζόταν να πάει στην Αραγονία στο μέτωπο προς στήριξη των πολιτοφυλακών της Ενωμένης Σοσιαλιστικής Νεολαίας [47]. Τέλη Ιούλη, δολοφονήθηκαν πάνω από 80 εργάτες στο λιμάνι της Βαρκελώνης, δεκάδες από τους οποίους ήταν μέλη της UGT. Με το πρόσχημα της αναζήτησης μελών των «ελεύθερων συνδικάτων» (συνδικάτα των βιομηχάνων) και άλλων λούμπεν οπαδών τους, οι φαϊστές άρχισαν να δολοφονούν μαζικά κομμουνιστές και σοσιαλιστές που δούλευαν στο λιμάνι προκειμένου με την τρομοκρατία να πάρουν τον έλεγχο του συνδικάτου των λιμενεργατών, που ως τότε ελεγχόταν από τη UGT.

H τρομοκρατία των φαϊστών, όμως, δεν λύγισε τους καταλανούς κομμουνιστές. Εφερε ακριβώς τα αντίθετα αποτελέσματα.

 

Συνεχίζεται

 

 

 

 

Σημειώσεις-Αναφορές

[22] Πασιονάρια, Απομνημονεύματα, Εκδόσεις Ανθολογία, τ. Β, σελ. 61.

[23] Manuel Escorza del Val (1912-1969). A biographical note – Agustín Guillamón. (Μανουέλ Εσκόρσα δελ Βαλ (1912-1969). Ενα βιογραφικό σημείωμα -Αγκουστίν Γκιγιαμόν).

πηγή:https://libcom.org/history/manuel-escorza-del-val-1912-1968-biographical-note-agust-n-guillam-n

Παραθέτουμε απόσπασμα:

«Ο Εσκόρσα υποστήριξε την προσωρινή και καιροσκοπική χρήση της αστικής κυβέρνησης ως εργαλείο κοινωνικοποίησης και κολεκτιβοποίησης, καθώς και για να δημιουργήσει μια αξιοσέβαστη εικόνα για τις ξένες κυβερνήσεις. Ο στόχος της πρότασής του, ωστόσο, ήταν να απαλλαγεί επιτέλους από τη Τζενεραλιτάτ και να την κλωτσήσει στο δρόμο όταν είχε πάψει να είναι χρήσιμη για τη CNT.»

[24] Barricades in Barcelona: The CNT from the victory of July 1936 to the necessary defeat of May 1937. Agustin Guillamon, first edition 2006 (Οδοφράγματα στη Βαρκελώνη: H CNT από τη νίκη του Ιούλη του 1936 στην αναγκαία ήττα του Μάη του 1937, Αγκουστίν Γκιγιαμόν, 2006)

πηγή εδώ:

https://files.libcom.org/files/Agust%C3%ADn%20Guillam%C3%B3n-%20Barricades%20in%20Barcelona;%20The%20CNT%20from%20the%20victory%20of%20July%201936%20to%20the%20necessary%20defeat%20of%20May%201937.pdf

Παραθέτουμε απόσπασμα από τη σελ. 67

«Στη συνέχεια μίλησε ο Γκαρθία Ολιβερ και χαρακτήρισε τη συζήτηση και την απόφαση που έπρεπε να ληφθεί ως επιλογή ανάμεσα σε μια “παράλογη” αναρχική δικτατορία ή συνεργασία με τις άλλες αντιφασιστικές δυνάμεις στην Κεντρική Επιτροπή Πολιτοφυλακών προκειμένου να συνεχιστεί ο αγώνας ενάντια στον φασισμό.»

O επιθετικός προσδιορισμός που χρησιμοποίησε τότε ο Ολιβερ δεν ήταν «παράλογη».

[25] Γκιγιαμόν, ό.π., σελ.77.

Παραθέτουμε απόσπασμα στο οποίο ο Γκιγιαμόν αναφέρεται στη θέση που υποστήριξε ο Γκαρθία Ολιβερ στην συνεδρίαση των ηγετών της CNT-FAI που πραγματοποιήθηκε στις 21 Iούλη. Το ερμηνευτικό σχήμα που παραθέτει ο Γκιγιαμόν είναι προφανώς δικής του σύλληψης. Ο Ολιβερ υποστήριζε εκείνη τη στιγμή ολομέτωπη σύγκρουση με τις δυνάμεις του Λαϊκού Μετώπου:

«Η δεύτερη αντίληψη, που υποστήριξε ο Γκαρθία Ολιβερ, συνίστατο θεωρητικά στo “να τα ρισκάρουμεόλα”, δηλαδή συνεπαγόταν την εγκαθίδρυση μιας “αναρχικής δικτατορίας”, στην οποία μια πρωτοπορία από φωτισμένους ηγέτες αντικαθιστά το προλεταριάτο, παίρνοντας την εξουσία στο όνομά του, αλλά στην πράξη σήμαινε κυβερνητική συνεργασία, με την αφελή πεποίθηση ότι το “μαύρο και κόκκινο” χρώμα των Υπουργών θα μπορούσε να αλλάξει τη φύση της κυβέρνησης στην οποία συμμετείχαν.»

[26] Εμείς οι Αναρχικοί, Μια μελέτη της Ιβηρικής Αναρχικής Ομοσπονδίας (F.A.I), 1927-1937, Stuart Christie, εκδόσεις Αλληλεγγύη, σελ.152

Παραθέτουμε απόσπασμα από το λόγο του Γκαρθία Ολβιερ:

«Χτες, δηλώσαμε ότι η επανάσταση ήταν εφικτή και καταθέσαμε τους λόγους που καθιστούν τη νίκη μας, τη νίκη του Ελευθεριακού Κομμουνισμού, δυνατή. Τώρα, πάλι λέμε, όπως και το 1931, ότι η επανάσταση μπορεί να γίνει. Αλλά, εκείνη την εποχή η CNT ήταν η μόνη δύναμη. Τότε υπήρχαν ανώτερες καταστάσεις επαναστατικής φύσεως, που δεν έχουν επαναληφθεί από τότε. Σήμερα, υπάρχει ένα ισχυρό κράτος, πειθαρχημένα στρατεύματα, μια αλαζονική μπουρζουαζία, κ.τ.λ. Και αν και η επανάσταση είναι δυνατή, και είμαστε πεισμένοι γι αυτό, δεν είναι το ίδιο όπως τις μέρες του 1931… Σήμερα, η επανάσταση μοιράζεται με άλλες δυνάμεις και σε αυτό το ίδιο το Συνέδριο, πρέπει να εξετάσουμε τη δυνατότητα κοινής δράσης με την UGT

[27] Σαντιγιάν, ό.π., σελ. 60-61

[28] Landis, ό.π., σελ. 314.

[29]The Spanish Civil War, Revolution and Counterrevolution, Burnett Bolloten, The University Carolina Press, 1991 (Ο Ισπανικός Εμφύλιος Πόλεμος, Επανάσταση και Αντεπανάσταση, Mπερνέτ Μπόλοτεν, Επανέκδοση 2015, σελ. 328)

Ο Μπόλοτεν ήταν αρχικά υπέρ του κομμουνιστικού κόμματος στον ισπανικό εμφύλιο. Στη συνέχεια για άγνωστους λόγους έγινε αντικομμουνιστής. Στη διάρκεια της ζωής του συγκέντρωσε μια σπάνια ολοκληρωμένη συλλογή άρθρων και ντοκουμέντων για τον ισπανικό εμφύλιο, τμήμα της οποίας παρουσιάζεται στο παραπάνω βιβλίο στην αγγλική. Τα ντοκουμέντα αυτά θα αξιοποιηθούν σε αυτά τα σημειώματα και στο μέλλον, κάθε φορά παρουσιάζοντας από τη μια την ερμηνεία των κομμουνιστών και από την άλλη την ερμηνεία του Μπόλοτεν. Ο Μπόλοτεν βασίζεται εξολοκλήρου στην επιχειρηματολογία αποστατών για δική του ερμηνεία, με πρώτους και κύριους τους συκοφάντες Κριβίτσκι και Ερνάντεθ.

Το πρώτο βιβλίο που εξέδωσε ο Μπόλοτεν το 1961 είχε τον προβοκατόρικο τίτλο «Το Μεγάλο Καμουφλάζ: Η κομμουνιστική συνωμοσία στον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο». Το βιβλίο αυτό, ήταν τόσο «προοδευτικό», που αμέσως τυπώθηκε και πουλήθηκε ελεύθερα στη φασιστική Ισπανία του Φράνκο με προλογισμό της έκδοσης από τον φασίστα ισπανό προπαγανδιστή του Φράνκο Manuel Fraga Iribarne, διευθυντή του φρανκικού κρατικού ινστιτούτου πολιτικών επιστημών. Για να συλλάβουμε το μέγεθος της αντικομμουνιστικά στρατευμένης οπτικής του Μπόλότεν, ίσως να βοηθάει το κάτωθι γεγονός: ακόμη και το κλασικό δίτομο του Χιου Τόμας απαγορεύτηκε στην φρανκική Ισπανία.

Στο ερμηνευτικό σχήμα του ο Μπόλοτεν αναπαρήγαγε τη θεωρία του αποστάτη-συκοφάντη Κριβίτσκι, ότι οι σοβιετικοί αποκλειστικό στόχο είχαν την μετατροπή της Ισπανικής Δημοκρατίας σε αποικία τους προκειμένου να διευθετήσουν τις σφαίρες επιρροής με τις άλλες μεγάλες ευρωπαϊκές δυνάμεις. Ο Μπόλοτεν με αυτόν τον τρόπο σβήνει τα εγκλήματα των βρετανών ιμπεριαλιστών που στήριξαν τους φασίστες στην Ισπανία, υιοθετώντας από την πρώτη στιγμή την πολιτική της «αυστηρής ουδετερότητας» και την πολιτική της παρακίνησης των Ναζί σε βάρος της ΕΣΣΔ και αποδίδει την ευθύνη για την ήττα της Ισπανικής Δημοκρατίας αποκλειστικά στους ισπανούς κομμουνιστές, οι οποίοι υποτίθεται ήταν αθύρματα της Μόσχας, που ενδιαφερόταν μόνο για την ηγεμονία της στην Ευρώπη. Στο ερμηνευτικό σχήμα του Μπόλοτεν όλοι όσοι αναμετρήθηκαν με τους κομμουνιστές, από τους αναρχικούς στασιαστές στην Καταλονία, τον Καμπαγιέρο που εγκληματικά υπονόμευε το μέτωπο, υποτάσσοντας τις ανάγκες του πολέμου στις μικροκομματικές επιδιώξεις της φράξιας του, μέχρι τον προδότη Κασάδο, τελικά είχαν ειλικρινές προθέσεις, ενώ οι κομμουνιστές ήταν εξαρχής ως το τέλος «δόλιοι πράκτορες της Μόσχας».

Σημαντικό τμήμα του ακαδημαϊκού κατεστημένου των ΗΠΑ υπερασπίζεται μέχρι σήμερα τον Μπόλοτεν, το έργο του οποίου δέχεται ανελέητα πυρά από τους λεγόμενους «νεγκρινιστές» (ειδικά από τον Βίνιας) που δεν αποδέχονται την αναπαραγωγή της φρανκικής προπαγάνδας με «προοδευτικό μανδύα».

[30] Μπόλοτεν, ό.π., σελ. 327.

[31] Γκιγιαμόν, ό.π., σελ. 140

Παραθέτουμε απόσπασμα:

«Τέλος, στα τέλη Αυγούστου πραγματοποιήθηκε μια μυστική ολομέλεια του ελευθεριακού κινήματος της Καταλονίας. Ο Γκαρθία Ολιβερ, κουρασμένος από τις ατελείωτες συζητήσεις, φώναξε στους αντιπροσώπους: “Είτε συνεργαζόμαστε είτε αλλιώς επιβάλλουμε μια δικτατορία: εσείς αποφασίζετε!” Η Ολομέλεια έπρεπε να αποφασίσει εάν θα αποδεχθεί ή όχι την πρόσκληση, που προέκυψε από πολυάριθμες συνομιλίες μεταξύ του Κομπάνυς και του Μαριανέτ (σ.σ. του γραμματέα της καταλανικής CNT), στη CNT να συμμετάσχει στο υπουργικό Συμβούλιο της Τζενεραλιτάτ. Η Ολομέλεια τελικά αποφάσισε υπέρ της ένταξης της CNT-FAI στην κυβέρνηση της Τζενεραλιτάτ».

[32] Γκιγιαμόν, ό.π., σελ. 115

Παραθέτουμε απόσπασμα:

«Η κυριαρχία του Γκαρθία Ολιβερ και οι συγκρούσεις του με τη κυβέρνηση της Τζενεραλιτάτ ήταν σταθερά χαρακτηριστικά της CCMA μέχρι τη διάλυσή της, αν και μειώνονταν σε ένταση, σπουδαιότητα και ενδιαφέρον κάθε βδομάδα που περνούσε, εξαιτίας του γεγονότος ότι ο Γκαρθία Ολιβερ έχασε την υποστήριξή της Περιφερειακής Επιτροπής και λόγω της αναποτελεσματικότητας της CCMA και της πρώιμης μυστικής απόφασης της CNT να τη διαλύσει.»

[33] Γκιγιαμόν, ό.π., σελ. 124

[34] Γκιγιαμόν, ό.π., σελ. 125

[35] Γκιγιαμόν, ό.π., σελ. 122

[36] Spain Betrayed. The Soviet Union in the Spanish Civil War, Yale University Press, Copyright Date 2001. (H προδομένη Ισπανία. Η Σοβιετική Ενωση στον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο. Εκδόσεις Yale University Press, 2001, σελ. 78)

Το 2001 δημοσιεύτηκαν σε αμερικανική έκδοση τμήμα της απόρρητης αλληλογραφίας στελεχών της Διεθνούς, διπλωματικών στελεχών και σοβιετικών στελεχών του κόκκινου στρατού που βρίσκονταν στην Ισπανία με ηγετικά σοβιετικά στελέχη. Η έκδοση αυτή κυκλοφόρησε με τον προβοκατόρικο τίτλο «Προδομένη Ισπανία». Τα ντοκουμέντα που παρατίθενται επιβεβαιώνουν πλήρως την ανιδιοτελή και επαναστατική συμβολή της ΕΣΣΔ στον αγώνα των ισπανών εργατών. Ομως, η συνοδεία των ντοκουμέντων από τους επιμελητές της έκδοσης γίνεται με την ερμηνευτική ανάλυση του σχήματος του Μπόλοτεν. Ανάμεσα σε όσους συμμετείχαν ενεργά στην παροχή πληροφοριών για την κατάσταση στην Ισπανία ήταν και ο γνωστός συγγραφέας Ερενμπουργκ. Το τονίζουμε αυτό γιατί κάποιοι γελοίοι που στήριξαν τον μνημονιακό Σύριζα, ισχυρίζονται ότι ο Ερενμπουργκ δεν ήταν στρατευμένος και το βιβλίο του «Η πτώση του Παρισιού» ήταν και καλά έργο κριτικής στην πολιτική του Λαϊκού Μετώπου. Σε αυτά τα σημειώματα καθώς και αργότερα θα αναδείξουμε και τη συνεπή πολιτική των γάλλων κομμουνιστών και θα ανατρέψουμε μύθους δεκαετιών, αντλημένους από το τροτσκιστικό οπλοστάσιο παραχάραξης της ιστορίας.

Για την συγκεκριμένη επιμέλεια της έκδοσης παραθέτουμε σύντομα σχόλια γνωστών  ιστορικών:

O γερμανός ιστορικός Frank Schauf σε κριτική ανασκόπηση της έκδοσης γράφει:

«Σίγουρα, τα ντοκουμέντα είναι σωστά, αλλά οι επιμελητές του αρχειακού υλικού είναι ιδεολογικά προκατειλημμένοι στα σχόλιά τους και ο αναγνώστης συχνά αναρωτιέται, γιατί αυτά τα σχόλια λένε ουσιαστικά τα αντίθετα από αυτά που μπορεί να διαβάσει κανείς από τα ντοκουμέντα».

Χωρίς να μασάει τα λόγια του, ο ιστορικός Νόρμαν Μάλκοβιτς γράφει για την έκδοση ότι συνιστά «μια συλλογή ντοκουμέντων από τα σοβιετικά αρχεία, μερικά από τα οποία είναι ενδιαφέροντα από μόνα τους, τα οποία ο Radosh (σ.σ.: ο επικεφαλής των επιμελητών της έκδοσης) και οι συνεργάτες του έχουν τοποθετήσει μαζί, με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο η Επιτροπή Αντιαμερικανικών Δραστηριοτήτων (σ.σ: ανακριτική αρχή που συστάθηκε για τη δίωξη κομμουνιστών) συνήθιζε να δημοσιεύει σοβιετικά έγγραφα και έγγραφα του κομμουνιστικού κόμματος, χρησιμοποιώντας τα αναλυτικά προκατειλημμένα περιγραφικά σχόλια που συνήθως κάποιος συναντά σε αστυνομικούς πράκτορες.».

Τέλος κλείνουμε με το σχόλιο του Ανχελ Βίνιας:

«ένα έργο κατεδάφισης διακρινόμενο από βαθιά ψευδή εργασία».

[37] Spanish Holocaust: Inquisition and Extermination in Twentieth-Century Spain, Paul Preston, W. W. Norton & Company; Reprint edition. August 26, 2013. (Ισπανικό Ολοκαύτωμα: Ιερά Εξέταση και Εξολόθρευση στην Ισπανία του Εικοστού Αιώνα, Πολ Πρέστον, 2013) σελ. 240

[38] Γκιγιαμόν, ό.π., σελ. 11.

Παραθέτουμε απόσπασμα:

«Οι εργαζόμενοι, βρισκόμενη στην περιοχή του στρατώνα, είχαν διαταγές να κρούσουν τον κώδωνα του κινδύνου, αλλά όχι να εμπλακούν με τους στρατιώτες έως ότου αυτοί έφταναν πολύ κοντά στο κέντρο της πόλης. Η προκαθορισμένη τακτική της Συνομοσπονδιακής Επιτροπής Άμυνας προέβλεπε ότι θα ήταν ευκολότερο να πολεμήσουν τα στρατεύματα στους δρόμους παρά αν παρέμεναν περιχαρακωμένοι στους δικούς τους στρατώνες.»

Είναι να αναρωτιέσαι μερικές φορές, πως γίνεται έτσι εύκολα η ιστορία να ξαναγράφεται με τόση ευκολία κόντρα στη κοινή πείρα και κοινή λογική. Υπό πολιορκία δηλαδή τα στρατεύματα θα πολεμούσαν πιο εύκολα, παρά ελεύθερα, αναπτυγμένα σε θέσεις μάχης! Το πιθανότερο είναι ότι οι αναρχικοί ηγέτες για άλλη μια φορά αμέλησαν τα καθήκοντά τους. Φοβήθηκαν την πρωταρχική αιματοχυσία της πολιορκίας και δεν συνειδητοποιούσαν ότι αυτή θα ήταν πολύ μεγαλύτερη στην περίπτωση που άφηναν την ανάπτυξη των στρατιωτών εκτός στρατοπέδων, στην οποία ανέμεναν ότι θα συμμετείχαν και Ασάλτος, όπως κι έγινε. Αυτοί που αντιμετώπισαν πρώτοι τους στασιαστές ήταν οι Ασάλτος που είχαν εξαρχής πάρει θέσεις μάχης στην πόλη, περιμένοντας τους φασίστες. Στη συνέχεια, επειδή οι στασιαστές συνεντρίβησαν, απλώς, έδωσαν συγχαρητήρια στους εαυτούς τους, αντί να αναδείξουν το τραγικό τους λάθος που κόστισε παραπάνω ζωές και τραυματίες.

[39] Γκιγιαμόν, ό.π., σελ. 120-121.

[40] Μπόλοτεν, ό.π., σελ. 50.

[41] Μπόλοτεν, ό.π., σελ. 52-53.

[42] Πολ Πρέστον, ό.π., σελ. 237.

[43] Biografía de Aurelio Fernández Sánchez (1897-1971), Agustin Guillamon. (Βιογραφία του Αουρέλιο Φερνάντεθ Σάντσεθ (1897-1971), Αγκουστίν Γκιγιαμόν.)

πηγή: https://www.portaloaca.com/historia/biografias/13666-biografia-de-aurelio-fernandez-sanchez-1897-1971.html

[44] Πολ Πρέστον, ό.π., σελ. 248.

[45] Πασιονάρια, τ. Β, ό.π, σελ 227

[46] Πολ Πρέστον, ό.π., σελ. 254.

[47]https://vicentvercher.wordpress.com/2007/11/19/fallece-gregorio-lopez-raimundo-exlider-historico-del-psuc/. Ο Αντόνιο Λόπεθ Ραϊμούντο ήταν αδελφός του Γρεγόριο Λόπεθ Ραϊμούντο, γνωστού μετέπειτα στελέχους του PSUC  

f

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Σημειώσεις πάνω στον σύγχρονο καπιταλισμό, τον μονοπωλιακό καπιταλισμό

Γιατί η Γάζα θα γίνει ο τάφος του σιωναζισμού

Για την ισχυροποίηση της παλαιστινιακής αντίστασης στη Δυτική Οχθη –Η Φωλιά των Λεόντων