Οι κυβερνήσεις των ιμπεριαλιστικών χωρών στηρίζουν με κάθε κόστος την ανώτατη κερδοφορία των μονοπωλίων και των κολοσσών του χρηματιστικού κεφαλαίου

Τίτλος γκραβούρας: Tα αφεντικά της γερουσίας των ΗΠΑ


Και εκεί που οι καλαμαράδες των διεθνών οικονομικών το είχαν σίγουρο ότι το ντόμινο στον τραπεζικό τομέα θα περιοριστεί, ξαφνικά την Τετάρτη η ελβετική Credit Suisse εμφάνισε πτώση 24% στη μετοχή της, με τη διοίκηση της να παραδέχεται -εμμέσως πλην σαφώς- ότι τμήμα του ενεργητικού της έχει σημαντικά σκουπίδια (χρεόγραφα και τίτλους υψηλού ρίσκου με απροσδιόριστες μελλοντικές αποδόσεις) και επομένως χρειάζεται επειγόντως ανακεφαλαιοποίηση. Στη διάρκεια της ημέρα η διοίκηση της τράπεζας κατέφυγε με επίσημο αίτημα στην Κεντρική Τράπεζα της Ελβετίας για βοήθεια. Νωρίτερα ο διευθυντής της απέκλειε κάθε ενδεχόμενο κρατικής στήριξης προκειμένου να αποφύγει την κατρακύλα της μετοχής της, αλλά μετά από την κατρακύλα που δεν αποφεύχθηκε, η τράπεζα κινδύνευε με χρεοκοπία όπως ακριβώς χρεοκόπησε και η SVB, αν δεν δεχόταν άμεσα κρατική στήριξη. Η μετοχή της SVB άρχισε να κατρακυλά ακριβώς για τους ίδιους λόγους. Τμήμα του χαρτοφυλακίου της ήταν ομόλογα δημοσίου μακράς διάρκειας, που η τρέχουσα τιμή τους ήταν μικρότερη από την ονομαστική αξία τους. O λόγος γι’ αυτή την μείωση είναι ότι από τον Σεπτέμβρη η Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ ανεβάζει τα επιτόκια δανεισμού που χρόνια τώρα ήταν στα τάρταρα. Στην περίπτωση της Credit Suisse δεν γνωρίζουμε ακριβώς σε ποιους τίτλους είχε πρόβλημα, αλλά δεν είναι τυχαίο ότι το πρόβλημα εμφανίστηκε τώρα και δεν είναι άσχετο με τα υφεσιακά φαινόμενα σε ΗΠΑ και Ευρώπη, που αποτιμώνται πρώτα απ’ όλα στην αναιμική αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ τους. Μην ξεχνάτε ότι στα επίσημα νούμερα, ο πληθωρισμός είναι υποτιμημένος. Στις ΗΠΑ π.χ. παρουσιάζετια μόνο 6,9% για το 2022, όταν σίγουρα ήταν πάνω από 15%. Σημαντικό τμήμα του ενεργητικού των τραπεζών είναι τίτλοι με αποδόσεις υψηλού ρίσκου που συναρτώνται από τις επιδόσεις επιχειρήσεων, βιομηχανικών ή εμπορικών. Όταν επιβραδύνεται η οικονομία, τα χαρτιά αυτά μπορούν να χάσουν την αξία τους μέσα σε μια βδομάδα ή μια μέρα.

Οπως, γράψαμε στο προηγούμενο σημείωμα για την κατάρρευση της SVB, αυτό που βλέπουμε είναι στιγμιότυπο της διεθνούς καπιταλιστικής κρίσης που έχει ήδη ξεκινήσει από το 2022 στις ΗΠΑ, παρουσιάζοντας καθαρή μείωση του ΑΕΠ ακόμη και με τα επίσημα νούμερα στα δυο πρώτα τρίμηνα του 2022. Οταν η SVB έχασε 1,8 δισεκατομμύρια σε πώληση ομολόγων ονομαστικής αξίας 21 δισεκατομμυρίων δολαρίων για να λάβει ρευστό για τις τρέχουσες χρεωστικές υποχρεώσεις της, τότε άρχισε να κατρακυλά η μετοχή της μέχρι που χρεοκόπησε. Οι χρεωστικές υποχρεώσεις της άρχισαν να αυξάνουν γιατί βασικοί της πελάτες, δηλαδή επιχειρήσεις στον τεχνολογικό τομέα έχουν αρχίσει από τον Νοέμβρη είτε να χρεοκοπούν, είτε να απολύουν κόσμο και να αποσύρουν τις καταθέσεις τους από την τράπεζα, περιορίζοντας τα κεφάλαια που μπορούσε να αξιοποιήσει η SVB για δικές της κερδοφόρες επενδύσεις. Οι τράπεζες χρησιμοποιούν τις καταθέσεις των πελατών τους για παρέχουν δάνεια με μεγαλύτερο τόκο και να προσφέρουν και άλλες πιστωτικές υπηρεσίες. Την ίδια στιγμή δανείζονται. Αν δεν μπορούν να καλύπτουν τα χρέη τους, τότε χρειάζονται ρευστό. Είτε ρευστοποιούν τμήμα του ενεργητικού τους, είτε προσφεύγουν σε ανακεφαλαιοποίηση στις αγορές περιμένοντας κάποιον μεγάλο είτε να αγοράσει μετοχές τους ή να τους εξαγοράσει. Όταν βέβαια  μια τράπεζα βρίσκεται υπό κατάρρευση, ο κολοσσός του χρηματιστικού κεφαλαίου προτιμά είτε να απορροφήσει τους πελάτες της (όπως έγινε με τη Bank of America που τσίμπησε 15 δισεκατομμύρια δολάρια καταθέσεις από την SVB) ή να την εξαγοράσει με μια λίρα και να της εξασφαλίσει ρευστότητα 2 δισεκατομμύρια στερλίνες όπως έγινε με την HSBC, τον μεγαλύτερο χρηματιστικό κολοσσό της Μεγάλης Βρετανίας. Μετά την κατάρρευση της SVB, οι τέσσερις μεγαλύτεροι κολοσσοί του χρηματιστικού κεφαλαίου στις ΗΠΑ, η Citigroup, η JP Morgan Chase, η Wells Fargo και η Bank of America έχασαν συνολικά 52 δισεκατομμύρια δολάρια σε μια μέρα από την κεφαλαιοποίησή τους, από ξεπούλημα μετοχών στο χρηματιστήριο.

Αρκετά δισεκατομμύρια ευρώ από την κεφαλαιοποίηση τους έχασαν κι άλλοι κολοσσοί του χρηματιστικού κεφαλαίου στην Ευρώπη την Τετάρτη. Κι όλα αυτά μια μέρα πριν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα πάρει τελικά την απόφαση για αύξηση των βασικών επιτοκίων δανεισμού κατά μισή μονάδα από 3 σε 3,5%. Τελικά η ελβετική τράπεζα θα δανειστεί έως 50 δισεκατομμύρια ελβετικά φράγκα από την κεντρική τράπεζα. Μετά την ανακοίνωση της βοήθειας της Κεντρικής Τράπεζας η μετοχή της ανέβηκε ποσοστιαία σχεδόν όσο έχασε την Τετάρτη.

Η SVB δεν ήταν μια τυχαία, μεμονωμένη περίπτωση. Είχε προηγηθεί η χρεοκοπία της Silvergate στις 8 Μάρτη, μιας αρκετά μικρότερης τράπεζας που ασχολούνταν με συναλλαγές σε κρύπτο, ακριβώς με τον ίδιο τρόπο. Λόγω της κατάρρευσης της αγοράς των κρυπτονομισμάτων τέλη του 2022 που είχε μετατραπεί σε μια γιγαντιαία φούσκα, άρχισε να χάνει πελάτες, επομένως και κεφάλαια για επενδύσεις και αναγκάστηκε να ξεπουλήσει ομόλογα, βλέποντας την μετοχή της να κατρακυλά. Και μέσα στη βδομάδα ακολούθησε και η Signature Bank, η οποία είχε επενδύσεις σε κρυπτονομίσματα στο ενεργητικό της που εξανεμίστηκαν και χρειαζόταν ρευστό.

Και δεν έχουμε τελειώσει ακόμη. Λίγες μέρες πριν χρεοκοπήσει η πρώτη κατά σειρά αμερικανική τράπεζα τον Μάρτη, η Silvergate, στις 6 Μάρτη ο αρμόδιος της υπηρεσίας του Κογκρέσου για τον έλεγχο των καταθέσεων των τραπεζών έλεγε τα εξής:

«Το παρόν περιβάλλον των επιτοκίων είχε δραματικές επιπτώσεις στην κερδοφορία και το προφίλ κινδύνου των στρατηγικών χρηματοδότησης και επενδύσεων των τραπεζών. Πρώτον, ως αποτέλεσμα των υψηλότερων επιτοκίων, τα περιουσιακά στοιχεία μακροπρόθεσμης λήξης που αποκτήθηκαν από τις τράπεζες όταν τα επιτόκια ήταν χαμηλότερα αξίζουν πλέον μικρότερη από την ονομαστική τους αξία. Το αποτέλεσμα είναι ότι οι περισσότερες τράπεζες έχουν κάποιο ποσό μη πραγματοποιηθεισών ζημιών σε τίτλους. Το σύνολο αυτών των μη πραγματοποιηθεισών ζημιών, συμπεριλαμβανομένων των τίτλων που είναι διαθέσιμα προς πώληση ή διακρατούνται μέχρι τη λήξη, ήταν περίπου 620 δισεκατομμύρια δολάρια στο τέλος του 2022. Μη πραγματοποιηθείσες ζημίες για τίτλους έχουν μειώσει σημαντικά το αναφερόμενο μετοχικό κεφάλαιο του τραπεζικού κλάδου.»

Ο συγκεκριμένος αναφέρεται ΡΗΤΑ σε φούσκα 620 δισεκατομμυρίων δολαρίων.

Γιατί, όμως, έχουμε αυτές τις φούσκες; Και γιατί η ΕΚΤ και Αμερικανική Κεντρική Τράπεζα ανεβάζουν το βασικό επιτόκιο δανεισμού με τη δικαιολογία ότι πρέπει να καταπολεμηθεί ο πληθωρισμός;

 Όπως έχουμε ήδη επισημάνει σε σημείωμα στο μπλογκ τη πρώτη Σεπτέμβρη του 2022, οι καλαμαράδες των διεθνών οικονομικών αποκρύπτουν ότι για τη διόγκωση του πληθωρισμού δεν ευθύνεται ούτε ο πόλεμος στην Ουκρανία, ούτε ο κόβιντ. Ευθύνεται μια παρατεταμένη περίοδος μετά την κρίση του 2009 κατά την οποία οι κεντρικοί τραπεζίτες στις δυτικές ιμπεριαλιστικές μητροπόλεις αφενός κατέβασαν στα τάρταρα τα επιτόκια δανεισμού, αφετέρου προχώρησαν σε εκτεταμένα μέτρα ποσοτικής χαλάρωσης, αγοράζοντας ομόλογα επιχειρήσεων που βρίσκονταν στο κόκκινο προκειμένου να υποστηρίξουν τα μονοπώλια τους. Aυτά τα μέτρα δεν προκαλούσαν πληθωρισμό, όσο παράγονταν νέες αξίες στην παραγωγή και εξασφαλίζονταν κέρδη για όλους τους καπιταλιστές (εμπόρους που μεσολαβούν στη διανομή, μέχρι τους τραπεζίτες που δανείζουν για επενδύσεις) από τις πωλήσεις των εμπορευμάτων της παραγωγής. Οταν η οικονομία, όμως, βρίσκεται σε επιβράδυνση, ειδικά αμέσως μετά το ξέσπασμα της πανδημίας στη Δύση, άρχισαν να δημιουργούνται και να διογκώνονται απότομα φούσκες.

Από το 2009 η αμερικανική κυβέρνηση άρχισε να χρηματοδοτεί τα μονοπώλια και τα μεγαθήρια του χρηματιστικού κεφαλαίου απευθείας με επιδοτήσεις μέσω του κρατικού κορβανά με τεράστια ποσά και προκλητικές φοροαπαλλαγές. Τα ελλείμματα άρχισαν να αυξάνονται και τα χρέη άρχισαν να εκτοξεύονται. Επί διακυβέρνησης Ομπάμα προστέθηκαν 8,3 τρισεκατομμύρια δολάρια στο δημόσιο χρέος. Επί ημερών Τραμπ το δημόσιο χρέος αυξήθηκε κατά 7,8 τρισεκατομμύρια δολάρια, κυρίως λόγω των έκτακτων μέτρων στήριξης των επιχειρήσεων που έφερναν τα λοκντάουν αλλά και της ενίσχυσης των στρατιωτικών δαπανών που είχαν αυξηθεί ήδη επί Ομπάμα. Μέχρι την πρώτη Φλεβάρη του 2022, ο Μπάιντεν είχε ξεπεράσει σε ρυθμό αύξησης και τους δυο προγενέστερους προέδρους. Συγκεκριμένα από τις 20 Γενάρη του 2021 έως τη πρώτη Φλεβάρη του 2022, το δημόσιο χρέος είχε αυξηθεί κατά 2,26 τρισεκατομμύρια δολάρια. Tέλη του 2022, το συνολικό δημόσιο χρέος των ΗΠΑ είχε εξακοντιστεί στο τρομακτικό νούμερο των 30,93 τρισεκατομμυρίων δολαρίων. Το χρέος αυτό είναι 124% του αμερικανικού ΑΕΠ, πλην, όμως, ως τώρα το χρέος αυτό διατηρούνταν ακόμη και σε αυτά τα υψηλά επίπεδα με χαμηλά επιτόκια δανεισμού. Όταν τα επιτόκια δανεισμού αυξάνονται, όπως γίνεται από τον Σεπτέμβρη, τότε το χρέος είναι πιο ακριβό για τις ΗΠΑ και αυξάνεται πολύ πιο γρήγορα.

Η αύξηση του αμερικανικού χρέους από το 1922 έως το 2022 σε τρισεκατομμύρια δολάρια.

Το χαμηλό επιτόκιο δανεισμού επέτρεπε τη συνέχιση αυτής της πολιτικής όσο η οικονομία περνούσε από τη φάση της κρίσης στην αναζωογόνηση και την άνθιση, έστω και αν αυτές οι δύο περίοδοι ήταν χρονικά περιορισμένες και κουτσουρεμένες. Το χαμηλό επιτόκιο μετατόπιζε ολοένα και μεγαλύτερο κομμάτι του εθνικού εισοδήματος (κέρδη συν μισθοί) προς όφελος των καπιταλιστών και σε βάρος των εργαζομένων. Η εκτίναξη της κεφαλαιοποίησης των μεγάλων καπιταλιστικών ομίλων και η πενιχρή αύξηση του εισοδήματος των εργαζομένων είναι η ολοφανερή απόδειξη. Εχουμε εξηγήσει σε αυτό το μπλογκ ότι η κεφαλαιοποίηση είναι πλασματικό κεφάλαιο, δεν είναι το επενδυμένο σταθερό και μεταβλητό κεφάλαιο που μετατρέπεται σε εμπορεύματα και χρήμα, είναι το άθροισμα των τιμών των μετοχών που προκύπτει ως το κεφάλαιο που θα επενδύουν οι επενδυτές στο χρηματιστήριο με ένα συγκεκριμένο επιτόκιο δανεισμού, που εξαρτάται από το βασικό και από τις προσδοκίες για τα μελλοντική κέρδη. Ετσι, όταν πέφτει το βασικό επιτόκιο δανεισμού, και οι προσδοκίες είναι υψηλές, η κεφαλαιοποίηση αυξάνει. Όταν αυξάνει το βασικό επιτόκιο, η κεφαλαιοποίηση μειώνεται, και ξεφουσκώνει γρήγορα στο βαθμό που χάνονται οι προσδοκίες. Η υψηλή κεφαλαιοποίηση, όμως, την περίοδο του ιμπεριαλισμού, επιτρέπει στα μονοπώλια να καταβροχθίζουν αξίες απ’ όλη την εθνική οικονομία και από άλλες χώρες που είναι διασυνδεδεμένες στο διεθνές πιστωτικό σύστημα. Ακόμη και στο ίδιο το αμερικανικό ΑΕΠ φαίνεται μείωση του ποσοστού των μισθών στο συνολικό ΑΕΠ.

O λόγος του αθροίσματος των μισθών προς το αμερικανικό AEΠ από το 2000 εως το 2020. Μέσα μπορεί να συμπεριλαμβάνονται και μισθοί στελεχών που κανονικά θα έπρεπε να καταλογίζονται ως κέρδη της αστικής τάξης. Ακόμη, όμως, και σε αυτά τα νούμερα είναι ολοφάνερο ότι ολοένα και μικρότερο τμήμα του εθνικού εισοδήματος καταλήγει στην εργατική τάξη


 

Τα χαμηλά επιτόκια, οι εκτεταμένες φοροαπαλλαγές για το κεφάλαιο, η αύξηση των πολιτικών επιδότησης των επιχειρήσεων είναι μέτρα που στοχεύουν στη στήριξη της κερδοφορίας των μονοπωλίων σε βάρος των πλατιάς μάζας των φορολογουμένων, δηλαδή των εργαζομένων. Είναι μέτρα που παίρνουν τα ισχυρά ιμπεριαλιστικά κράτη προκειμένου τα μονοπώλιά τους να εξασφαλίσουν σημαντικό τμήμα των διεθνών αγορών και να κερδίσουν στον αδυσώπητο πόλεμο του οικονομικού ανταγωνισμού. Η αγριότητα αυτών των μέτρων σε βάρος των εργαζομένων δεν πηγάζει από την επικράτηση τη ιδεολογικής σχολής της Θάτσερ, του Ρίγκαν και του λεγόμενου νεοφιλελευθερισμού. Απορρέουν από την ίδια την οικονομική βάση του καπιταλισμού.

H συνολική κεφαλαιοποίηση των αμερικανικών επιχειρήσεων ως ποσοστό του ΑΕΠ. Τέλη του 2020 είχε φτάσει στο 195% του ΑΕΠ.

Οι κεφαλαιακές αποδόσεις (το ετήσιο ποσοστό των κερδών επί των επενδύσεων) για δυο δεκαετίες βρίσκονται χαμηλά στις ιμπεριαλιστικές μητροπόλεις της Δύσης (και της Ιαπωνίας). Σύμφωνα με μετρήσεις που κάνει το www.officialdata.org πάνω στις τιμές των μετοχών και τις μερισματικές τους αποδόσεις, αν κάποιος επένδυε 100 δολάρια στον S&P500 το 1980 μέχρι το 2000 (το χρηματιστηριακό δείκτη με τις 500 εταιρίες με την υψηλότερη κεφαλαιοποίηση στις ΗΠΑ), επενδύοντας ξανά τα κέρδη από τα μερίσματα, θα είχε ετήσια κεφαλαιακή απόδοση 12,21%. Αν επένδυε 100 δολάρια από το 2000 μέχρι το 2020, θα είχε 4,71%  ετήσια κεφαλαιακή απόδοση (όλα αυτά προφανώς με την υπόθεση ότι θα έκανες έξυπνες τοποθετήσεις, περιλαμβάνοντας όλες τις διαφορετικές αποδόσεις και τα λεφτά δεν θα κατέληγαν σε τοποθετήσεις που θα χρεοκοπούσαν. Το μοντέλο απλώς παρέχει ένα «αισιόδοξο» δείκτη για την εξέταση της κεφαλαιακής απόδοσης στις ΗΠΑ. Τα πραγματικά νούμερα είναι χαμηλότερα). Τα δεδομένα έχουν προσαρμοστεί στο πληθωρισμό βάσει του δείκτη τιμών καταναλωτή. Επιλέξαμε ένα εύρος δυο δεκαετιών, γιατί 7 με 10 χρόνια παραπάνω είναι ο συνολικός χρόνος απόσβεσης του πάγιου κεφαλαίου στη βιομηχανία σήμερα . 

Συνολικός χρόνος απόσβεσης πάγιου κεφαλαίου σε διάφορους κλάδους στη βιομηχανία των ΗΠΑ. Στην εποχή του Μαρξ ο χρόνος απόσβεσης ήταν 10 χρόνια.



 

Και επειδή ακριβώς είναι για δυο δεκαετίες χαμηλά οι κεφαλαιακές αποδόσεις, τα μονοπώλια χρειάζονται να επενδύσουν περισσότερο κεφάλαιο από ότι πριν για να βγάλουν τα ίδια κέρδη, παίρνοντας μεγαλύτερο ρίσκο για την εξασφάλιση των αγορών τους. Γι’ αυτό οι ιμπεριαλιστικές χώρες στηρίζουν τα μονοπώλια με ιδιαίτερα δαπανηρές πολιτικές επιδοτήσεων και ντάμπιγκ, κατεδαφίζοντας την ίδια στιγμή τα κεκτημένα των εργαζομένων, συρρικνώνοντας τις κοινωνικές δαπάνες, απαλλάσσοντας προκλητικά κι άλλο από την φορολογία τους καπιταλιστές που θησαυρίζουν, αυξάνοντας το βάρος της φορολογίας στους εργαζόμενους που εξαθλιώνονται.

Είναι ο νόμος της πτωτικής τάσης του ποσοστού κέρδους που διατύπωσε λαμπρότατα ο Μαρξ στον Τρίτο Τόμο του Κεφαλαίου και τα αποτελέσματά του βλέπουμε σήμερα. Η Θάτσερ βαυκαλιζόταν ότι δεν υπάρχει εναλλακτική. Οντως, εντός του συγκεκριμένου συστήματος παραγωγής, του καπιταλισμού στο ανώτατο, μονοπωλιακό του στάδιο, που σαπίζει πάνω στο κορμί της ανθρωπότητας, δεν υπάρχει εναλλακτική στη διαχείριση του αστικού κράτους. Κι αυτό, όσο αρχίσουν να το συνειδητοποιούν οι εργαζόμενοι στις μητροπόλεις του καπιταλισμού και ανάμεσά τους οι πιο πρωτοπόροι των εργατών, τόσο το όραμα και η πραγματική ελπίδα για ανατροπή του καπιταλισμού θα αρχίσει να μετατρέπεται σε κοινή υπόθεση εκατομμυρίων εργαζομένων στον πλανήτη που θα αρχίσουν να στρατεύονται κάτω από τη δική τους κόκκινη σημαία και όχι τη σημαία των διαφόρων κοινοβουλευτικών σωτήρων-δημαγωγών που εξωραίζουν τον σύγχρονο καπιταλισμό, προκειμένου να λάβουν τα κυβερνητικά σκήπτρα και να συνεχίσουν την ίδια πολιτική, σκορπώντας αυταπάτες στον κόσμο και γεμίζοντάς τον απογοήτευση.

Τα μέτρα αυτά, όμως, προκαλούν φούσκες σε όλους τους τομείς: παραγωγικούς  (εκεί που παράγεται η υπεραξία, δηλαδή στη βιομηχανία, βλέπε αύξηση των τιμών των εμπορευμάτων) και μη παραγωγικούς (τράπεζες: βλέπε φούσκα του πλασματικού κεφαλαίου στο ενεργητικό των τραπεζών, εμπόριο: βλέπε υπεραύξηση των αποθεμάτων σε εμπορεύματα στοκαρισμένα σε αποθήκες που δεν πωλιούνται). Όταν  διογκώνεται ο πληθωρισμός, τότε τα επιτόκια θα πρέπει να ανέβουν και να περιοριστεί η πολιτική ποσοτικής χαλάρωσης γιατί οι φούσκες έχουν ανεξέλεγκτες επιπτώσεις στην οικονομία. Οι κεντρικοί τραπεζίτες ακολουθούν απλώς ότι έκαναν οι κεντρικοι τραπεζίτες τη δεκαετία του 70, όπου επικρατούσε παρατεταμένος στασιμοπληθωρισμός. Ανεβάζουν σταδιακά το επιτόκιο και περιμένουν να σκάνε φούσκες και να επεμβαίνουν με έκτακτες ενισχύσεις στα μονοπώλια. Η διαδικασία αυτή δεν είναι σίγουρο αν θα τελειώσει σε ένα, δυο χρόνια. Ο πληθωρισμός έρχεται και φεύγει με κύματα που μπορούν να κρατήσουν μια δεκαετία, όπως της δεκαετία του 70.

Οπως ανεξέλεγκτα δημιουργήθηκαν οι φούσκες, έτσι ανεξέλεγκτα θα αρχίσουν να σκάνε. Τα αστικά κράτη δεν μπορούν να τιθασεύουν αυτή τη διαδικασία. Η ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής είναι ατομική και το εμπορικό απόρρητο ιερό και απαραβίαστο για τα μεγάλους κολοσσούς του χρηματιστικού κεφαλαίου που στο χαρτοφυλάκιό τους έχουν ένα τεράστιο απόθεμα πλασματικού κεφαλαίου που στη φάση της κρίσης είναι σκέτα σκουπίδια. Οι κυβερνώντες μπορούσαν ως τώρα μοναχα να μεταθέσουν χρονικά την έκρηξη της κρίσης και να ενισχύσουν τα μονοπώλια και το χρηματιστικό κεφάλαιο στον οικονομικό πόλεμο με τους ξένους ανταγωνιστές τους. Αυτή, άλλωστε, είναι η βασική τους έγνοια.

Ο βασικός οικονομικός νόμος του σύγχρονου μονοπωλιακού καπιταλισμού είναι η εξασφάλιση της ανώτατης κερδοφορίας των μονοπωλίων. Ο Ιωσήφ Στάλιν είναι ο πρώτος που τον διατύπωσε με σαφήνεια. Ο Στάλιν γράφει τα εξής στα «Οικονομικά προβλήματα του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ» (οι επισημάνσεις δικές μας):

«Ο μονοπωλιακός καπιταλισμός δεν επιζητεί κάθε κέρδος, αλλά ακριβώς το ανώτατο κέρδος. Κι αυτό θα είναι ο βασικός οικονομικός νόμος του σύγχρονου καπιταλισμού.

Τα βασικά χαρακτηριστικά και οι βασικές απαιτήσεις του βασικού οικονομικού νόμου του σύγχρονου καπιταλισμού θα μπορούσαν να διατυπωθούν, π.χ., με τον εξής τρόπο: εξασφάλιση του ανώτατου καπιταλιστικού κέρδους μέσω της εκμετάλλευσης, της καταστροφής και της εξαθλίωσης της πλειοψηφίας του πληθυσμού της δοσμένης χώρας, μέσω της υποδούλωσης και της συστηματικής καταλήστευσης των λαών των άλλων χωρών, ιδιαίτερα των καθυστερημένων χωρών, τέλος, μέσω των πολέμων και της στρατιωτικοποίησης της λαϊκής οικονομίας που χρησιμοποιούνται για την εξασφάλιση των πιο υψηλότερων κερδών.

Λένε ότι το μέσο κέρδος θα μπορούσε, παρ' όλα αυτά, να θεωρηθεί πέρα για πέρα αρκετό για την καπιταλιστική ανάπτυξη μέσα στις σύγχρονες συνθήκες. Αυτό δεν είναι σωστό. Το μέσο κέρδος είναι το κατώτατο όριο αποδοτικότητας κάτω από το οποίο δεν είναι δυνατόν να υπάρξει καπιταλιστική παραγωγή. Όμως, θα ήταν αστείο να νομίσουμε ότι οι επικεφαλής του σύγχρονου μονοπωλιακού καπιταλισμού, που αρπάζουν τις αποικίες, που υποδουλώνουν λαούς και που μηχανεύονται τον πόλεμο, επιδιώκουν να εξασφαλίσουν για τον εαυτό τους απλά και μόνο ένα μέσο κέρδος. Όχι, δεν είναι το μέσο κέρδος, ούτε το υπερκέρδος, που κατά κανόνα είναι μονάχα κάπως υψηλότερο από το μέσο κέρδος, αλλά ακριβώς το ανώτατο κέρδος είναι αυτό που παρουσιάζεται σαν κινητήρια δύναμη του μονοπωλιακού καπιταλισμού. Η ανάγκη ακριβώς να πετύχει τα ανώτατα κέρδη σπρώχνει το μονοπωλιακό καπιταλισμό σε τέτοια ριψοκίνδυνα βήματα, σαν την υποδούλωση και τη συστηματική καταλήστευση των αποικιών και άλλων καθυστερημένων χωρών, τη μετατροπή μιας σειράς ανεξάρτητων χωρών σε εξαρτημένες χώρες, την οργάνωση νέων πολέμων, που είναι για τους επικεφαλής του σύγχρονου καπιταλισμού η καλύτερη «μπίζνες» για να βγάλουν το ανώτατο κέρδος, τέλος, τις προσπάθειες κατάκτησης της παγκόσμιας οικονομικής κυριαρχίας».

Η κεφαλαιακή απόδοση είναι μια συνάρτηση που ακολουθεί τις διακυμάνσεις του γενικού ποσοστού κέρδους όπως το όρισε ο Μαρξ. Όπως έχουμε εξηγήσει στο μπλογκ, το ποσοστό κέρδους αντιστοιχεί στο μέσο κέρδος στους κλάδους της οικονομίας. Τα μονοπώλια βγάζουν πολύ περισσότερα από το μέσο κέρδος. Η πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους δείχνει τα περιθώρια που μπορούν να κινηθούν τα μονοπώλια για την εξασφάλιση του ανώτατου κέρδους.

Κάθε μέτρο που ευνοεί τα μονοπώλια περιορίζει πλέον την αγοραστική ικανότητα των εργαζομένων. Κάθε μέτρο που περιορίζει την αγοραστική δύναμη των εργαζομένων, δηλαδή της πλατιάς καταναλωτικής μάζας του λαού, ενισχύει και ανατροφοδοτεί την κρίση. Αυτές είναι οι δομικές αντιφάσεις του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και είναι αναπόφευκτες στη φάση της ύφεσης και της κρίσης. Οξύνονται δε λόγω της ύπαρξης των μονοπωλίων που εξασφαλίζουν τεράστια κέρδη από την υψηλή συγκέντρωση και συσσώρευση της παραγωγής που ελέγχουν, μεταφέροντας σημαντικό τους τμήμα σε εξαγωγή κεφαλαίου, διαμοιράζοντας τον πλανήτη σε σφαίρες επιρροής. Το μάρμαρο θα το πληρώσουν πάλι οι εργαζόμενοι, αυτή τη φορά με τη λήψη σκληρών αντεργατικών μέτρων εν μέσω πληθωριστικών πιέσεων που τους εξανεμίζουν το εισόδημα. Η κρίση είναι αναπόφευκτη, όταν χιλιάδες επιχειρήσεις, που νωρίτερα απολάμβαναν χαμηλά επιτόκια δανεισμού, βρίσκονται αντιμέτωπες με υψηλά επιτόκια δανεισμού και με ομόλογα στη κατοχή τους που πλέον η τρέχουσα τιμή αγοράς τους υπολείπεται της ονομαστικής τους αξίας, γιατί η αύξηση των επιτοκίων ρίχνει τις τιμές τους.

Πριν, όμως, παραθέσουμε αναλυτικά στοιχεία για την πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους στις ΗΠΑ και κάνουμε όλες τις απαραίτητες διασυνδέσεις με βασικά οικονομικά μεγέθη του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής: την οργανική σύνθεση κεφαλαίου, την παραγωγικότητα της εργασίας, τη συσσώρευση καθώς και τα ειδικά οικονομικά μεγέθη του του μονοπωλιακού του σταδίου: τον παρασιτισμό, την προκλητική στήριξη των μονοπωλίων με φοροαπαλλαγές και υπέρογκα δάνεια, πράγμα που θα κάνουμε σε μεθεπόμενο σημείωμα, πρέπει να εξετάσουμε με αφορμή τη χρεοκοπία τριών αμερικανικών τραπεζών, τα προβλήματα της σημερινής κρίσης που έχει αρχίσει, ακριβώς για να χτυπήσουμε την τρέχουσα προπαγάνδα των καλαμαράδων των οικονομικών που κρύβουν την αλήθεια. Στο επόμενο σημείωμα, λοιπόν, ξεκινάμε από την αναιμική αύξηση του ΑΕΠ στις ΗΠΑ

 

g

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Σημειώσεις πάνω στον σύγχρονο καπιταλισμό, τον μονοπωλιακό καπιταλισμό

Για την ισχυροποίηση της παλαιστινιακής αντίστασης στη Δυτική Οχθη –Η Φωλιά των Λεόντων

Γιατί η Γάζα θα γίνει ο τάφος του σιωναζισμού